ΑΥΤΟΜΑΤΟ ON/OFF ΟΤΑΝ ΕΚΠΕΜΠΟΥΜΕ

8 Σεπ 2012

Η προαιώνια γλώσσα


Γράφει ο Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Μπορεί να διασώζει κανείς κομμάτια μνήμης από τη βρεφική του ηλικία; Εγώ μπορώ!

Θυμάμαι τις φασκιές – το βάσανό τους! Ω, πόσο μ’ έσφιγγαν αλήθεια!... Άνοιγα μυστικά τα ποδαράκια μου (πριν με δέσει η μάνα μου) για ν’ αφήσω λίγο κενό επίτηδες! Με προσοχή, να μην το καταλάβουν!... Να γλιτώσω εκείνο το φοβερό σφιχτοδέσιμο! Κλέβοντας χώρο… Μερικές φορές τα κατάφερνα – άλλες πάλι, όχι… Ύστερα κοιμόμουν, κοιμόμουν… Μέχρι που πέρασε αυτό το βάσανο (μεγάλωσα υποτίθεται) και δε μού βάλανε πλέον φασκιές…

Ακόμα, θυμάμαι που θήλαζα το γάλα απ’ τις θηλές των βυζιών της μάνας μου!... Τη γεύση, όμως, τη λησμόνησα. Κομμάτια μνήμης μισά, ανολοκλήρωτο το παζλ των πρώτων στιγμών της ύπαρξής μου. Κι ένας ήχος παράξενος, ηλεκτρικός. Όταν τον άκουγα, κάποιος ερχόταν στο σπίτι!... Α, όχι πάντα! Όχι πάντα!... Θα έπρεπε στο τελείωμά του ο ήχος αυτός να κάνει έναν ιδιαίτερο κρότο (σαν σιδερένια πόρτα που κλείνει) κι αυτός ο κρότος να είναι ταυτόχρονα πολύ κοντά (στον όροφό μου). Αλλά, πού ήξερα εγώ τότε για …ασανσέρ και ορόφους; Δεν είχα αίσθηση τέτοια…

Κι όταν στον όροφό μου σταματούσε, κι όταν η πόρτα του ασανσέρ ανοιγόκλεινε, κι όταν μετά, ντουπ-ντουπ, χτυπούσε η ξύλινη πόρτα του διαμερίσματος (όλα αυτά, βέβαια, φτάνανε στ’ αφτιά μου ανερμήνευτα), ΕΙΧΑ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ…

Ο παππούς μου, θυμάμαι, ερχόταν πιο συχνά απ’ όλους… Τον είχα συνηθίσει και τον ήθελα… Η μάνα μου, τώρα που ’γινα πενήντα, διασώζει μια ιστορία: «Ο παππούς σου», μού διηγείται, «μια μέρα έφυγε σκυφτά, γιατί νόμιζε πως έκλαιγες επειδή φεύγει»!... Και κατόπιν βάζει τα γέλια η μάνα μου: «Τι απλοϊκοί που ήταν οι άνθρωποι τότε! Εσύ ήσουν μια σταλιά μωράκι κι εκείνος νόμιζε πως καταλαβαίνεις, χα, χα»!

ΜΑ, ΚΑΤΑΛΑΒΑΙΝΑ!... Όντως ο παππούς μου έφευγε σκυφτά για να μην κλάψω. Τον ήθελα τον παππού μου… Δεν τον ξεχνώ ποτέ!.... Πετούσε το καπελάκι του με μαεστρία και πάντα έβρισκε στόχο την καπελιέρα. Ήταν κάπως κοντούλης… Εγώ τον ξεπέρασα στο μπόι απ’ το Δημοτικό… Δεν ξέρω μόνο, στην καλοσύνη αν τον ξεπέρασα… Υποθέτω πως όχι.

Κι είχα μιαν άλλη γλώσσα μωράκι όντας!... Μιλούσα – δε μού έλειπαν οι λέξεις! Τα ηχοχρώματα των νοημάτων ήταν απόλυτα σχηματοποιημένα μέσα μου, ευθύς εξαρχής! Τίποτα δε μού έλειπε. Παρόλα αυτά, με μάθαιναν ήσσονος αξίας άλλες λέξεις. Λέξεις που δε λέγανε τόσα πολλά όσα οι δικές μου.

Κι έπρεπε να μάθω εκείνες τις ξένες λέξεις… Ω, μπελάς!... Μαθητούδι έγινα! Ο πατέρας μου μού επαναλάμβανε λέξεις. Η μάνα μου μού επαναλάμβανε λέξεις. «Μπαμπά, τι θα πει αυτό»; «Α, θα πει τάδε»… Πφφ, σπουδαία τα λάχανα. Εγώ αυτά τα ήξερα φαρσί. Αλλά, σε άλλη γλώσσα. Στην προαιώνια γλώσσα, που τ’ όνομά σου είναι αλλιώς! Στην προαιώνια γλώσσα που κάποιοι άλλοι σε φωνάζουνε αλλιώς.

Αυτοί οι κάποιοι άλλοι που εδώ σε στείλανε… Αυτοί οι κάποιοι άλλοι που σε περιμένουνε όταν θα φύγεις. Και θα σε υποδεχτούνε με χαρά… Κι αλλιώς θα φωνάξουνε τ’ όνομά σου!...

15 Ιαν 2012

Οι καλοί εκείνοι χριστιανοί - Μια ιστορία στο νοσοκομείο


Γράφει ο Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Όταν περίμενα έξω από το χειρουργείο, κόντεψα να πεθάνω… Η αδερφή μου εισήχθη για μια επέμβαση που ή θα τής έσωζε τη ζωή ή θα την έχανα για πάντα… Από το δωμάτιο του νοσοκομείου, την πήρε ο νοσοκόμος με το φορείο. Εγώ ακολουθούσα το φορείο. Κανένας άλλος συγγενής δεν βρισκόταν κοντά, καθώς ό,τι περάσαμε, το περάσαμε όλοι κι όλοι εγώ, η αδερφή μου, ο άλλος μας αδερφός και η μητέρα μας… Κι ήμουν ολομόναχος εκείνη την απίστευτη, την απόλυτα μη αληθοφανή στιγμή…

Συνόδευα, λοιπόν, το φορείο και προχωρούσαμε οι τρεις μας, ένα ετερόκλητο πράγματι τρίο – ο νοσοκόμος, η αδερφή μου και εγώ… Περάσαμε σ’ ένα άλλο ασανσέρ, αρκετά ευρύχωρο που δεν το είχα ανακαλύψει μέχρι τότε παρά τις εκτεταμένες εξερευνήσεις μου στο όχι και πολύ μεγάλο όπως είχα την αίσθηση κτίριο, κατεβήκαμε στο -1 επίπεδο και βγήκαμε αμίλητοι όλοι. Είχα μεγάλη συγκίνηση, μα και ποιος δεν θα είχε. Δεν ήξερα αν θα έμπαινα ξανά με την αδερφή μου στο αυτοκίνητό μας που μας περίμενε στο πάρκινγκ…

Στο -1 επίπεδο υπήρχαν δύο πόρτες εξίσου μεγάλες και μία σκάλα εσωτερική. Ο νοσοκόμος πάτησε το μαύρο κουμπί της δεξιά πόρτας κι άνοιξε… Άλλοι νοσοκόμοι και νοσοκόμες φάνηκαν (όσο μπορούσα να διακρίνω, καθώς στεκόμουν πλάγια και κυρίως κοιτούσα την αδερφή μου). Πίσω μου η δεύτερη πόρτα, είχε κι εκείνη ένα μαύρο κουμπί. Μού είπε ο νοσοκόμος: «Πατήστε αυτό το κουμπί»… Το πάτησα. Κι άνοιξε η δικιά μου πόρτα για να βγω έξω… Κούνησα το χέρι μου στην αδερφή μου κι εκείνη τη δικό της…

Όταν βγήκα απέξω, δεξιά κι αριστερά μου υπήρχαν καθίσματα. Ένας μεγάλος φαρδύς διάδρομος απ’ την μια άκρη στην άλλη… Κανένας όμως άνθρωπος πουθενά – έρημο τοπίο – κι έτσι αφέθηκα να κλάψω, να κλάψω… Μέχρι που η καρδιά μου γέμισε αρρυθμία, το πρόσωπό μου φλογίστηκε και το σώμα μου λύγισε… Τ’ αφτιά μου σφύριζαν κι η ζάλη ήρθε κι αυτή, ένας επισκέπτης αόρατος που πια δεν θα μ’ εγκατέλειπε για αρκετές ώρες μα και που πολύ λίγο μ’ ένοιαζε. Ζούσα ήδη στον καινούργιο μου πλανήτη. Τον πλανήτη του φόβου και της αβάσταχτης, πρωτόγνωρης για μένα, αγωνίας…

Ξαφνικά φάνηκαν και οι άνθρωποι… Στην αρχή, περνούσαν ένας-δυο από μπροστά μου, είτε πηγαίνοντας προς τη μια κατεύθυνση του διαδρόμου είτε προς την άλλη, είτε άλλοι πάλι μετ’ επιστροφής… Εγώ προσπαθούσα να συγκρατούμαι κάθε που άκουγα τα βήματά τους. Δάγκωνα τα νύχια μου για να μην κλαίω, έκλεινα τα μάτια μου για να μην τα δουν δακρυσμένα. Ω, πόσο αλήθεια φοβερές είναι οι στιγμές να περιμένεις έξω από ένα χειρουργείο, όταν μέσα χειρουργείται ο δικός σου άνθρωπος. Σκέφτομαι τώρα που ηρέμησα πως, κανένας ηθοποιός δεν μπορεί να απεικονίσει την πραγματικότητα. Κι ότι όλοι οι ηθοποιοί, κακώς αποκαλούνται ηθοποιοί. Διότι διασκεδαστές θα έπρεπε να λέγονταν…

Κι ήρθαν κι άλλοι μετά, να περιμένουν. Βγήκαν απ’ την ίδια πόρτα που βγήκα κι εγώ και πέρασαν από μπροστά μου, πιάνοντας με τη σειρά ένα-δύο-τρία-τέσσερα-πέντε καθίσματα του διαδρόμου… Αποτελούσαν την ίδια ομάδα – φαίνεται ότι ο άνθρωπός τους μόλις είχε μπει για εγχείρηση και στην περίπτωσή τους ακολουθήθηκε το ίδιο περίπου σκηνικό, όπως μ’ εμένα, τον νοσοκόμο και την αδερφή μου στο φορείο… Κοίταξα τα πρόσωπά τους, να δω αν κι εκείνοι είχαν αγωνία. Δεν διέκρινα αγωνία πολλή μεγάλη… Ανάμεσά τους, μια ευτραφής καλογριά… Τρεις γυναίκες (μαζί με την καλογριά) και δύο άντρες. Όλοι τους, από την ηλικία μου και πάνω – δηλαδή πάνω από πενήντα…

Εγώ τραγουδούσα τώρα… Επέμενα να μην κάθομαι στα καθίσματα κι είχε περάσει πάνω από μια ώρα… Τραγουδούσα ένα τραγούδι που έλεγα όταν περίμενα στις Πανελλήνιες Εξετάσεις του σχολείου μου (πριν πόσα χρόνια αλήθεια!) να έρθουν τα θέματα. Είχα και τότε αγωνία και με αυτό το τραγούδι μού περνούσε η αγωνία και κατόπιν έγραφα άριστα… «Ήρθες στ’ όνειρό μου, άστατο πουλί, μέσα στο σκοτάδι η ανατολή, ήρθες στ’ όνειρό μου, μού ’πες δεν μπορώ, θέλω να πετάξω σ’ άλλον ουρανό». Αλλά κυρίως, εκείνο που με έκανε να γαληνεύω περισσότερο, ήταν το ρεφρέν: «Ανατολή, σε λέ- σε λέγανε, κι αγγέλοι σε νταντέ- νταντεύανε»… Το τραγουδούσα συνέχεια, όμως τούτη τη φορά, πολύ λίγα πράγματα έκανε…

Εκείνοι οπωσδήποτε θα είδανε την αγωνία μου, καθώς κάθισαν πλέον μόνιμα εκεί. Δεν πηγαινοέρχονταν σαν τους άλλους, ώστε να προλαβαίνω να κρύβομαι… Να άρχιζα κουβέντα μαζί τους; - σκέφτηκα. Δεν μπορούσα όμως… Κάτι με έπνιγε να μιλήσω. Εκείνοι κουβέντιαζαν μεταξύ τους. Ξαφνικά διαπίστωσα πως η νεότερη γυναίκα, εκείνη που θα ήταν πάνω-κάτω συνομήλική μου, βούρκωσε. Εμ, βέβαια… Πώς να μην έχεις αγωνία; Έξω απ’ το χειρουργείο βρίσκεσαι. Άραγε να είχε μέσα τον άντρα της; Κάποιον πολύ δικό της πάντως, σίγουρα. «Αυτηνής», είπα, «θα άξιζε να τής πιάσω κουβέντα». Μα δεύτερες σκέψεις με απέτρεψαν. Δίπλα της καθόταν η καλογριά. Τής μιλούσε σιγανά, ήρεμα…

Κάποια στιγμή (θα ’χε περάσει πάνω από δίωρο της δικής μου αναμονής), οι άντρες με την καλογριά φύγανε… Την γυναίκα που πονούσε περισσότερο, την πλησίασε η άλλη γυναίκα που δεν πήγε με τους υπόλοιπους. Έβγαλε από τον κόρφο της ένα «προσευχητάρι» και άρχισε να τής διαβάζει προσευχές. Τις άκουγα κι εγώ και ηρεμούσε κι η δική μου ψυχή. Πω, πω, βρε παιδί μου, τρεις ώρες συμπληρώνονταν κι ακόμα η εγχείρηση της αδερφής μου βρισκόταν «σε εξέλιξη»… Μα, κάτι οι προσευχές που ακούγονταν φωναχτά πλέον, κάτι που αναρωτιόμουν πού να πήγαν οι άντρες με την καλογριά, κάτι ότι συνήθισα τελικά στην νέα μου κατάσταση, μού έδινε δύναμη… Μέχρι που όταν τηλεφώνησε η μητέρα όλο αγωνία, κατάφερα να την ξεγελάσω με ψέματα πως η αδερφή μου «δεν μπήκε ακόμα στο χειρουργείο επειδή περιμένει τη σειρά της»… Ψέμα τεράστιο, διότι η μάνα πρέπει να ξέρει. Αλλά με την βεβαρυμμένη υγεία της, μπορεί και να πέθαινε εκεί, μόνη της στο σπίτι…

Οι δυο άντρες με την καλογριά, ξαναγύρισαν! Βαστούσαν στα χέρια τους ένα κουτί γλυκά! Θεέ μου, άνοιξαν τα γλυκά κι άρχισαν να τρώνε, μπροστά μου. Εγώ ήμουν τελείως νηστικός, μα πιο πολύ νηστικιά ήταν η αδερφή μου, καθώς πριν την εγχείρηση υποβλήθηκε σε εξαντλητική και αρκετών ημερών υποχρεωτική αφαγία… Σκέφτηκα ότι, άμα μού φέρουν να μού προσφέρουν ένα γλυκάκι, εγώ θ’ αρνηθώ. Σκέφτηκα ότι, θα υποφέρω το ίδιο με την αδερφή μου, η οποία ήδη απ’ το δωμάτιο του νοσοκομείου μού μιλούσε για φαγητά κι ότι «όταν γίνει καλά θα ήθελε να φάει ετούτο, εκείνο και λοιπά»…

Έκανε λόγο περισσότερο - θυμάμαι – για τα μπιφτέκια στο φούρνο με πατατούλες…

Θα αρνηθώ, αποφάσισα και στη συνέχεια αναρωτιόμουν με ποιον τρόπο θα με πλησιάσουν και με ποιον τρόπο θα αρνηθώ ευγενικά χωρίς να τους προσβάλω. Δεν υπήρχε κι άλλος, άλλωστε, στην αναμονή… Μόνο εγώ κι αυτοί… Φάγανε, φάγανε γλυκά του σκασμού! Μα εμένα δεν μού δώσανε. Μήτε καν ήρθανε κοντά μου, στιγμή! Ενώ με βλέπανε να υποφέρω, να δαγκώνομαι, να βασανίζομαι… Και ήταν όλοι τους χριστιανοί… Κάνανε χριστιανικές προσευχές… Ευχήθηκα από βάθους καρδιάς να πάει καλά η εγχείρηση του δικού τους ανθρώπου… Και πράγματι, ύστερα από λίγο άνοιξε η πόρτα που εγώ είχα βγει και τούς φώναξαν μέσα… Πρόλαβα ν’ ακούσω ότι «πήγαμε πάρα πολύ καλά. Μεγάλη επιτυχία»! Χάρηκα κυρίως για τη γυναίκα στην ηλικία μου, που τώρα δεν θα έχει λόγο να βουρκώσει. Μόνο από χαρά πια…

Τις υπόλοιπες ώρες που διήρκεσε το χειρουργείο της αδερφής μου – συνολικά τεσσερισήμισι ώρες – χάζευα πότε το κουτί με τα γλυκά (το οποίο ούτε καν πλησίασα) παρατημένο για πάντα στο τραπεζάκι και πότε απαντούσα στα απανωτά κουδουνίσματα του κινητού μου, από τη μητέρα και τον αδερφό μου, που όλο με ψέματα εξακολουθούσα να τούς βεβαιώνω πως τάχα «περίμενε πολλή ώρα στην ουρά» και άλλα τέτοια… Με καταλάβαινε όμως ο αδερφός μου που αν δεν κινδύνευε με απόλυση από τη δουλειά του κι αν ο διευθυντής του δεν ήταν τόσο ανένδοτος για να τού δώσει άδεια, θα βρισκόταν πλάι μου, να μοιραστούμε τούτη την οδύνη.

Οδύνη που ευτυχώς μετετράπη και για μας σε απέραντη χαρά. Διότι, το χειρουργείο της αδερφής μου υπήρξε απόλυτα επιτυχημένο, συντελέστηκε με νέες μεθόδους της επιστήμης και χρησιμοποιήθηκε τέτοια μικροχειρουργική που εξαχνώθηκε κάθε σύμφυση, κύστη, καθώς και οι αιτίες που τις προξενούσαν, ενώ με ειδική αγωγή λίγων μηνών θα αναταχθούν 100% οι λιγοστές ευτυχώς ζημιές που έχει υποστεί το έντερο…

Για την ιστορία, να αναφέρω το εξής αξιοπρόσεκτο: Το επόμενο βράδυ στο νοσοκομείο – δεύτερο βράδυ που η αδερφή μου ήταν χειρουργημένη – κάποια στιγμή που κοιμόταν υπό την επήρεια ακόμα της νάρκωσης, κατέβηκα στο επίπεδο -1 και ανακάλυψα πώς να φτάσω σ’ εκείνα τα οδυνηρά καθίσματα εκείνου του διαδρόμου. Η ώρα θα ήταν 3 τα ξημερώματα. Ησυχία-άκρα παντού… Είδα το κάθισμα που είχα καθίσει λίγο, όταν η εξάντληση απ’ τ’ ατελείωτα πέρα-δώθε έξω απ’ την πόρτα με το μαύρο κουμπί, με είχε αναγκάσει. Και ναι! Είδα και το κουτί! Το συγκεκριμένο κουτί! Βρισκόταν στο ίδιο σημείο πάνω στο τραπεζάκι! Πλησίασα και με περιέργεια το άνοιξα για να δω αν έχει μείνει κάποιο γλυκάκι. Όχι, δεν είχε μείνει. Μόνο χαρτάκια από τα περιτυλίγματα έβλεπες… Ή θα τα φάγανε άλλοι τα εναπομείναντα γλυκά ή με τόση βουλιμία που τα τρώγανε (δυο-τρία ο καθένας), πρόλαβαν οι χριστιανοί εκείνοι να μην αφήσουν κανένα…

Οι χριστιανοί εκείνοι… Μα ας είναι καλά, δεν πειράζει…

17 Ιουν 2011

Η χάλκευση της Ιστορίας από τους Χριστιανούς


Γράφει ο Μάρκος Κ. Κουλούρης

Το 1870, στον εορτασμό για τα 50 χρόνια από την κήρυξη της Ελληνικής επανάστασης του ’21, σε μία επίσημη τελετή γίνεται η ανακομιδή των λειψάνων του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γρηγορίου του Ε΄, από την Οδησσό στην Αθήνα για να ενταχθεί πανηγυρικά στους κόλπους των ηρώων του και των πρωτεργατών της Ελληνικής Επανάστασης. Η εκκλησία δεν ήταν δυνατόν να μην καρπωθεί την αίγλη και την δόξα των ηρώων της επανάστασης του ’21, καπελώνοντάς την με δήθεν πρωτεργάτη του αγώνος τον τουρκολάτρη Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε΄.

Επρόκειτο για μία ακόμα σκόπιμη κι επινενοημένη ιστορική κατασκευή και τίποτα λιγότερο, γαρνιρισμένη με το κατά παραγγελία γραμμένο από το Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1872 ποίημα στον «Ανδριάντα Γρηγορίου του Ε΄», από τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Μέσω του λόγιου ποιητή Βαλαωρίτη, ο πατριάρχης αυτός, ο οποίος όχι μόνον δεν υποστήριξε την Ελληνική Επανάσταση αλλά αντίθετα καθοδήγησε την πλειονότητα του ανώτερου κλήρου, προκειμένου όχι μόνον να εμποδίσει τον ιερό αυτόν αγώνα, αλλά και να τον καταπνίξει, η εκκλησία προσπάθησε χαλκεύοντας την ιστορία να αποδείξει τα αναπόδειχτα.

Ο Γρηγόριος ο Ε΄, ήταν ορκισμένος αντίπαλος και διώχτης των αγωνιστών. Έτσι, με την πράξη της αυτή, η Εκκλησία, τον ανήγαγε σε μεγαλομάρτυρα και σύμβολο της ελευθερίας του Έθνους των Ελλήνων. Ήταν αυτός, που στην Εγκύκλιο του Μαρτίου του ’21 μαζί με άλλους 22 ανωτάτους κληρικούς, ισχυρίστηκε ότι η κυριαρχία των Οθωμανών ήταν θεόπεμπτη και όποιος οργανώνει ανταρσία εναντίον της, όπως ο Υψηλάντης, ο Σούτσος κ.λπ., κινείται εναντίον του Θεού και για τον λόγο αυτόν η εκκλησία τον αφορίζει και τον καταδικάζει σε αιώνια τιμωρία.

Η λέξη Ελευθερία ήταν απαγορευμένη και όποιος την πρόφερε ήταν αμαρτωλός και παραβάτης των κανόνων της πίστης. Οι παπάδες είχαν λάβει εντολή να του αναφέρουν οτιδήποτε είχε σχέση με τους επαναστάτες. Στην πραγματικότητα όμως οι εκκλησίες και τα μοναστήρια, ήταν κέντρα κατασκοπίας υπέρ των Τούρκων. Άλλο χοντρό ιστορικό κατασκεύασμα είναι, λέει, ότι “κράτησε την Ελληνική φυλή αλώβητη δια μέσου των αιώνων της σκλαβιάς με τα κρυφά σχολειά”. Αν δεν φρόντιζε δηλαδή να διδάσκει τα Ελληνόπουλα κρυφίως και με κίνδυνο της ζωής των κληρικών, δεν θα υπήρχε σήμερον Ελληνική φυλή, γιατί θα είχε εξισλαμιστεί και ως εκ τούτου αφανισθεί;

Ο σημερινός Έλληνας, μπορεί να μη γνωρίζει πολλά από τα ονόματα των ηρώων που έδωσαν την ζωή τους για να ζούμε εμείς σήμερα ελεύθεροι, ούτε και την τύχη τους, αλλά είναι σίγουρο ότι γνωρίζει για τα κρυφά δήθεν σχολειά. Το “φεγγαράκι μου λαμπρό φέγγε μου να περπατώ…”, και το ότι, “ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, σήκωσε την σημαία στην Αγία Λαύρα και ευλόγησε την Επανάσταση”. Ο πίνακας του Βρυζάκη «Π. Π. Γερμανός» και ο Πίνακας του Γύζη «το Κρυφό Σχολειό», το 1886, έγιναν σε μία συγκεκριμένη εποχή, που βρίσκονταν σε πλήρη εξέλιξη η κατακρεούργηση του πτώματος της Επανάστασης και η Εκκλησία σε πλήρη σύμπνοια με την Πολιτεία, χάλκευε την δική της εκδοχή για το παρελθόν.

Οι πραγματικές ιστορικές πηγές και η προσεκτική μελέτη των γεγονότων του ’21, είναι αρκετά διαφωτιστικές για την Αγία Λαύρα και το Κρυφό Σχολειό. Για την Αγία Λαύρα και τον Π. Π. Γερμανό, κανένα δημόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο της εποχής, δεν αναφέρεται σε παρόμοιο γεγονός. Ούτε και ο ίδιος ο Π. Π. Γερμανός, αναφέρει στα απομνημονεύματά του, στα οποία εξιστορεί με λεπτομέρειες τα πάντα, κάτι το σχετικό με την Αγία Λαύρα. Αντίθετα, οι ξένοι και οι Έλληνες ιστοριογράφοι της Επανάστασης αναφέρουν: Φιλήμων: “παχυλών ψεύδος” (Φιλήμονος Δοκίμιο, ιστορικό Ελληνικής Επαναστάσεως, τομ. Γ΄, κβ). Σπυρίδων Τρικούπης: “ψεύδος” (Σπ. Τρικούπη, Ιστορία Ελληνικής Επανάστασης, τομ. Α΄ σ. 29). Finley “δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια” (Finley, Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, τομ. Α΄, σ. 217).

Όσο για το Κρυφό Σχολειό, εκεί είναι που οργιάζει η χάλκευση και η κατασκευή της Ιστορίας. Μα είναι γνωστό ότι η Οθωμανική αυτοκρατορία, δεν εμπόδισε κανένα χωριό ή πόλη που να μην έχει το σχολείο του και να μη μαθαίνουν οι ραγιάδες Ελληνικά. Ούτε και κανένα φιρμάνι υπάρχει στα κιτάπια της, που να λέει ότι απαγορεύονται τα Ελληνικά σχολεία. Τα σχολεία, καθ’ όλη την διάρκεια της σκλαβιάς, ήταν ελεύθερα και φανερά. Είναι γνωστή η Μεγάλη Του Γένους Σχολή στην Κωνσταντινούπολη, η Ακαδημία των Κυδωνιών, οι Σχολές της Πάτμου, των Ιωαννίνων, του Άθω, της Σμύρνης, της Αθήνας, της Δημητσάνας, της Ζαγοράς, το γυμνάσιο της Χίου, κ.ά.

Ο Γιάννης Βλαχογιάννης, που αγωνίστηκε να εδραιώσει την αλήθεια, λέει: “Δεν είδα καμία ιστορική μαρτυρία, που να βεβαιώνει την ύπαρξη κρυφού σχολειού”. Και αν υποθέσουμε ότι οι Έλληνες άνευ της Ορθοδοξίας θα εξισλαμίζονταν και θα αφομοιώνονταν με τους κατακτητές, οπότε θα ’χαναν την εθνική τους υπόσταση, τότε πώς οι Αλβανοί, οι Βόσνιοι, οι Ερζεγοβίνιοι, οι Παλαιστίνιοι κ.λπ., που ήταν χριστιανοί και αλλαξοπίστησαν κι έγιναν μουσουλμάνοι, δεν έχασαν την εθνική τους ταυτότητα; Διερωτάται κανείς και περιμένει απάντηση από τους ταγούς της ορθοδοξίας. Είναι αλήθεια ότι, την Εκκλησία και γενικά τις θρησκείες, δεν πρέπει να τις παίρνει κανείς στα σοβαρά και να πιστεύει τις γραφές και τα φιρμάνια τους, αφού έχουν θεμελιωθεί πάνω στα ασύστολα ψεύδη. Ο χριστιανισμός κατά πολλούς ερευνητές και συγγραφείς, «είναι η κιβωτός του ψεύδους».

13 Ιουν 2011

Ο εμβλέψας γυναικί


Γράφει ο Μάρκος Κ. Κουλούρης

Ο χριστιανισμός και όλες γενικά οι θρησκείες, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, στις οποίες θέλοντας και μη συμμετέχει το πλήθος, ο λαός, είναι ανδροκρατούμενα καθεστώτα. Οι γυναίκες, το θηλυκό αυτό ανθρώπινο στοιχείο, το οποίον ως γνωστόν αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της γης, που μέχρι πρότινος δεν είχε όχι μόνον ψήφο, μα μήτε και ψυχή, λογίζονταν απλώς βοηθητικό όργανο του άνδρα. Δεν ήτανε ισάξιο μέλος του αρσενικού, δεν είχε μήτε κι έχει θέση στις θρησκείες και γενικά στο χριστιανισμό και την ορθοδοξία. Απλώς, είναι ανεπιθύμητο ως ακάθαρτο στοιχείο, παραπλανητικό, του λείπει η λογική κι επιπλέον ο διάβολος ξερνά το χάος του μέσα απ’ αυτό. Κατά συνέπεια, συγκαταλέγεται μεταξύ των οργάνων του σατανά και της παρέας του, σύμφωνα πάντα με τους μεγάλους πατέρες της εκκλησίας του Χριστού.

“Μία γυναίκα, αν λάβουμε υπ’ όψιν ποια είναι η φύση της πρέπει να αισχύνεται γι’ αυτήν”. Κλήμης Αλεξανδρεύς (Παιδαγωγός, 2:33). Ο Τερτυλλιανός (De Cultu Feminarum 1.1), λέει ότι οι γυναίκες, αποτελούν “την πύλη μέσα από την οποία έρχεται ο διάβολος”. Ο μεγάλος πατέρας της εκκλησίας, επίσκοπος Κύπρου Επιφάνειος, γράφει ότι: “οι γυναίκες αποπλανώνται εύκολα, είναι αδύναμες και δεν έχουν λογική. Ο διάβολος ξερνά το χάος του μέσα από αυτές” (pg 42.740). Ο δε μεγάλος επίσης πατέρας της Ορθόδοξης Εκκλησίας, Αναστάσιος Σιναΐτης, στο έργο του Ερωτήσεις και Αποκρίσεις, ερωτά κι απαντά ό ίδιος, με το καλογερίστικο ύφος της μισαλλοδοξίας ενός μισογύνη, το δήθεν άνωθεν και δια του αγίου πνεύματος εμπνευσμένο, χωρίς οίκτο και ντροπή: “Πας ο εμβλέψας γυναικί. Τι είναι γυναίκα; Ναυάγιο στην ξηρά, πηγή κακίας, δοχείο ακαθαρσίας, θανατηφόρα συνάντηση, ολίσθημα των ματιών, καταστροφή των ψυχών, λόγχη της καρδίας, καταστροφή των νέων, σκήπτρο του Άδη, απόκρυφος πόθος”. Τι είναι γυναίκα; “Διαβολή των αγίων, ανάπαυση των ματιών, παρηγοριά του διαβόλου, απαρηγόρητος πόνος, καμίνι που σιγοκαίει, σκανδαλισμός αυτών που σώζονται, αθεράπευτη κακία, καθημερινή φλυαρία, ξενοδοχείο των ασώτων, εργαστήριο των δαιμόνων”. Τι είναι γυναίκα; “Κακό φίλτρο, αδιάντροπο θηρίο, ασυγκράτητη ορμή, αχαλίνωτο στόμα, θρίαμβος μυστηρίων, οδηγός σκοταδιού, δασκάλα παραπτωμάτων, πονηρή απόλαυση, ακόρεστη επιθυμία, πρόξενος αιωνίας κόλασης”. Τι είναι γυναίκα; “Γήινη επιθυμία, αιτία οκνηρίας του άντρα, ακράτεια που κοιμάται μαζί του, αγωνιώδης φροντίδα που σηκώνεται μαζί του, οχιά με ενδύματα, αυθαίρετη μάχη, καθημερινή ζημία, συμφορά του σπιτιού, ναυάγιο του άντρα, ανήμερο θηρίο, καταγώγιο των μοιχών, όπλο του διάβολου, επιθυμητή λύσσα, παγκόσμιος θάνατος”. Ο σοφός έλεγε: “Κάθε κακία είναι μικρή συγκρινόμενη με την κακία της γυναίκας” (Σοφία Σειράχ 25.19).

Κοίταξε με τον λογισμό σου κάτω από το δέρμα του προσώπου της, και τότε δεν θα βρεις παρά μόνον κόκαλα και νεύρα και φλέβες και δυσωδία. Σκέψου την επίσης γριά, αλλοιωμένη, πεθαμένη, να καταρρέει όλη εκείνη η ανθηρότητα. Σκέψου τι είναι αυτό που θαυμάζεις και νοιώσε ντροπή. Και αφού ντραπείς μετάνιωσε.

Αλλά αν είναι έτσι όπως τα παρουσιάζουν οι άγιοι, οι θεόπνευστοι εκκλησιαστικοί πατέρες, τότε και ο Θεός θα έκανε λάθος και θα πρέπει να ντρέπεται που έστειλε το σπέρμα του με τον αρχάγγελό Του τον Γαβριήλ στην Μαρία, στο δοχείο αυτό της ηδονής, στο καταγώγιο των μοιχών, στο όπλο του διαβόλου, στην επιθυμητή λύσσα και τον παγκόσμιο θάνατο, για να γεννήσει τον Υιόν του τον αγαπητό. Να γεννηθεί δηλαδή από ένα τέτοιο ακάθαρτο δοχείο ηδονής. Δεν λογαριάζουν, δεν ντρέπονται οι αθεόφοβοι αυτοί μισογύνηδες, αυτοί οι δήθεν πατέρες των πιστών, όταν εκστομίζουν τέτοιες χυδαιότητες εναντίον των μανάδων τους, των αδελφάδων τους, των γυναικών τους και των κοριτσιών τους; Αν δεν υπήρχε το θηλυκό στοιχείο, πώς θα ήταν δυνατόν να γεννηθούν και να υπάρχουν αυτοί οι υβριστές του; Δεν ξέρουν τάχατες ότι και κάτω από το δικό τους δέρμα, υπάρχουν κόκαλα, νεφρά, πνευμόνια, άντερα και πιο πολλή δυσωδία;

Είναι βλέπεις κι ο Εβραιοθεός τους σερνικός και σαν κυρίαρχος στο βασίλειό του, απεχθάνεται το θηλυκό. Και αυτός θα πρέπει να είναι ο λόγος που από τους ουρανούς, έστειλε το σπόρο του, σε αμαρτωλό θηλυκό της γης να γεννήσει τον Υιόν Του. Κατά συνέπεια το ίδιο θα πρέπει να συμβαίνει και με τους ίδιους τους κακομαθημένους, τους διεφθαρμένους σερνικούς αντιπροσώπους Του κι εδώ στην γη, που θέλουν, μάλλον νομίζουν, ότι οι σερνικοί, θα πρέπει να είναι κι εδώ οι δυνάστες του θηλυκού. Πατριαρχία, είναι το σύστημα των θρησκειών. Αν δεν υπήρχε, λέει, αυτή η Εύα, το αγγείο του σατανά, αυτοί οι κύριοι θα ζούσαν ακόμα στον Παράδεισο. Η παραλογία, η ακατάστατη ψευδολογία κι ο ανεύθυνος παραλογισμός, είναι γνωρίσματα των ανθρωπόπλαστων θρησκειών. Δεν βλέπουν τα λουλούδια των αγρών, τα άνθη των δέντρων, που ο θεός τους, ο δικός τους θεός, τα ’χει εφοδιάσει με το νέκταρ, την γλυκιά ουσία, το μέλι, για να ελκύουν τις μέλισσες και τα άλλα έντομα ώστε να γονιμοποιούνται, να γκαστρώνονται τα θηλυκά, για να υπάρχει και να συνεχίζεται η ζωή; Μήπως ο θεός των λουλουδιών, η φύση δηλαδή, είναι ο πραγματικός θεός και όχι αυτός που νομίζουν οι αυτοχρησμένοι θεοπατέρες της ορθοδοξίας; Αυτός δηλαδή που φροντίζει πιο πολύ τα θηλυκά, αφού πάνω σ’ αυτά στηρίζεται η ζωή;

Δεν θέλει ερώτημα, ούτε πολύ σκέψη, για να καταλάβουμε ότι, το θηλυκό στοιχείο είναι αυτό, που κουβαλάει σαν τον υπομονετικό γάιδαρο και αγόγγυστα φέρει στις πλάτες του, το πιο βαρύ φορτίο της συνέχισης της ζωής. Και αν δεν μπορούν να το επαινέσουν, να το υμνήσουν, οι θεοπατέρες σε οποιαδήποτε θρησκεία κι αν ανήκουν, ας μην το υποτιμούν, ας μη το βρίζουν και ας μην το κατηγορούν.

30 Οκτ 2010

Γυναίκα και Ορθοδοξία


Γράφει ο Μάρκος Κ. Κουλούρης

Η Ελλαδική Εκκλησία απαξιώνει το θηλυκό γένος του ανθρώπου και το κατατάσσει στην πλευρά του διαβόλου. Ο χριστιανισμός μα και οι άλλες θρησκείες – πλην ελαχίστων εξαιρέσεων – στις οποίες θέλοντας και μη συμμετέχουν οι λαοί, είναι ανδροκρατούμενοι οργανισμοί. Οι γυναίκες, που ως γνωστόν αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, μέχρι πρότινος θεωρούνταν ότι δεν έχουν ψυχή και λογίζονταν απλώς ως βοηθητικό όργανο του ανδρός και όχι ως ισάξιες με αυτόν. Έτσι, δεν είχαν, μήτε όμως κι έχουν μέχρι σήμερα, ισότιμη θέση στην εκκλησία και γενικά στο χριστιανισμό. Αποτελούν ανεπιθύμητο ως ακάθαρτο στοιχείο, παραπλανητικό, που του λείπει η λογική κι επιπλέον ο διάβολος ξερνά το χάος του μέσα απ’ αυτές. Κατά συνέπεια, συγκαταλέγονται μεταξύ των οργάνων του σατανά και της παρέας του.

«Μία γυναίκα αν λάβουμε υπ’ όψιν ποία είναι η φύση της πρέπει να αισχύνεται γι’ αυτήν». Κλήμης Αλεξανδρεύς, («Παιδαγωγός» 2.33). Ο Τερτυλλιανός, («De Cultu Feminarum» 1.1), αναφέρει ότι, οι γυναίκες αποτελούν «την πύλη μέσα από την οποία έρχεται ο διάβολος». Ο μεγάλος πατέρας της εκκλησίας, επίσκοπος Κύπρου Επιφάνειος, γράφει ότι: «οι γυναίκες αποπλανώνται εύκολα, είναι αδύναμες και δεν έχουν λογική. Ο διάβολος ξερνά το χάος του μέσα από αυτές», (pg 42.740). Ο δε μεγάλος επίσης πατέρας της Ορθόδοξης Εκκλησίας, Αναστάσιος Σιναΐτης, σημειώνει χαρακτηριστικά στο «Πας ο εμβλέψας γυναικί»: «Τι είναι γυναίκα; Ναυάγιο στην ξηρά, πηγή κακίας, δοχείο ακαθαρσίας, θανατηφόρα συνάντηση, ολίσθημα των ματιών, καταστροφή των ψυχών, λόγχη της καρδιάς, καταστροφή των νέων, σκήπτρο του Άδη, απόκρυφος πόθος. Τι είναι γυναίκα; Διαβολή των αγίων, ανάπαυση των ματιών, παρηγοριά του διαβόλου, απαρηγόρητος πόνος, καμίνι που σιγοκαίει, σκανδαλισμός αυτών που σώζονται, αθεράπευτη κακία, καθημερινή φλυαρία, ξενοδοχείο των ασώτων, εργαστήριο των δαιμόνων. Τι είναι γυναίκα; Κακό φίλτρο, αδιάντροπο θηρίο, ασυγκράτητη ορμή, αχαλίνωτο στόμα, θρίαμβος μυστηρίων, οδηγός σκοταδιού, δασκάλα παραπτωμάτων, πονηρή απόλαυση, ακόρεστη επιθυμία, πρόξενος αιωνίας κόλασης. Τι είναι γυναίκα; Γήινη επιθυμία, αιτία οκνηρίας του άντρα, ακράτεια που κοιμάται μαζί του, αγωνιώδης φροντίδα που σηκώνεται μαζί του, οχιά με ενδύματα, αυθαίρετη μάχη, καθημερινή ζημιά, συμφορά του σπιτιού, ναυάγιο του άντρα, ανήμερο θηρίο, καταγώγιο των μοιχών, όπλο του διάβολου, επιθυμητή λύσσα, παγκόσμιος θάνατος. Ο σοφός λέγει: “Κάθε κακία είναι μικρή συγκρινόμενη με την κακία της γυναίκας”(Σοφία Σειράχ 25.19). Κοίταξε με τον λογισμό σου κάτω από το δέρμα του προσώπου της, και τότε δεν θα βρεις παρά μόνον κόκκαλα και νεύρα, και φλέβες και δυσωδία. Σκέψου την επίσης γριά, αλλοιωμένη, πεθαμένη, να καταρρέει όλη εκείνη η ανθηρότητα. Σκέψου τι είναι αυτό που θαυμάζεις και νοιώσε ντροπή. Και αφού ντραπείς μετάνιωσε».

Αλλά αν είναι έτσι όπως τα παρουσιάζουν οι άγιοι, οι θεόπνευστοι εκκλησιαστικοί πατέρες, τότε και ο θεός θα έκανε λάθος και θα πρέπει να ντρέπεται που έστειλε τον υιόν του να γεννηθεί από ένα τέτοιο ακάθαρτο δοχείο ηδονής. Δεν λογαριάζουν, δεν ντρέπονται οι μισογύνηδες αυτοί δήθεν πατέρες των πιστών, όταν εκστομίζουν τέτοιες χυδαιότητες εναντίον των μανάδων τους, των αδελφών τους και των γυναικών τους; Αν δεν υπήρχε το θηλυκό στοιχείο, πώς θα ήταν δυνατόν να γεννηθούν και να υπάρχουν αυτοί οι υβριστές του; Δεν ξέρουν τάχατες ότι και κάτω από το δικό τους δέρμα, υπάρχουν κόκκαλα, νεφρά, πνευμόνια, άντερα και δυσωδία; Είναι βέβαια και ο θεός σερνικός και κυρίαρχος στο βασίλειό του, οπότε το ίδιο θα πρέπει να συμβαίνει και με τους ίδιους τους σερνικούς εδώ στην γη.

Πατριαρχία είναι το σύστημα των θρησκειών. Αν δεν υπήρχε – λέει – αυτή η Εύα, το αγγείο του σατανά, οι εν λόγω κύριοι θα ζούσαν ακόμα στον Παράδεισο. Η μπουρδολογία, η ακατάσχετη ψευδολογία κι ο ανεύθυνος παραλογισμός, είναι γνωρίσματα των ανθρωπόπλαστων θρησκειών. Δεν βλέπουν τα λουλούδια των αγρών, τα άνθη των δέντρων, που ο θεός τους, ο δικός τους θεός, τα ’χει εφοδιάσει με το νέκταρ, την γλυκιά ουσία, το μέλι, για να ελκύουν τις μέλισσες, και τα άλλα έντομα ώστε τα θηλυκά να γονιμοποιούνται και να κυοφορούν έμβρυα, για να υπάρχει και να συνεχίζεται η ζωή; Μήπως ο θεός των λουλουδιών, η φύση δηλαδή, είναι ο πραγματικός θεός και όχι αυτός που νομίζουν οι αυτοχρησμένοι θεοπατέρες της ορθοδοξίας; Αυτός δηλαδή που φροντίζει πιο πολύ τα θηλυκά, αφού πάνω σ’ αυτά στηρίζεται η ζωή; Δεν θέλει ερώτημα, ούτε πολλή σκέψη, για να καταλάβουμε ότι, το θηλυκό στοιχείο είναι αυτό που κουβαλάει σαν τον υπομονετικό γάιδαρο και αγόγγυστα φέρει στις πλάτες του, το πιο βαρύ φορτίο της συνέχισης της ζωής. Αν δεν μπορούν να το επαινέσουν, να το υμνήσουν οι θεοπατέρες, σε οποιαδήποτε θρησκεία κι αν ανήκουν, ας μην το υποτιμούν τουλάχιστον κι ας μην το κατηγορούν.

9 Οκτ 2010

Πικρές διαπιστώσεις


Γράφει ο Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Χτες παρακολούθησα στο Alter, στην εκπομπή του Άκη Παυλόπουλου «Σήμερα», μια είδηση που με συγκλόνισε και με κρατά συγκλονισμένο ακόμη. On camera, με κομμένη την ανάσα είδα λεπτό προς λεπτό τον ξυλοδαρμό ενός 52χρονου επιχειρηματία (εμπόρου αυτοκινήτων), από μπράβους που τού πουλούσαν προστασία κι εκείνος δεν τη δέχτηκε… Μπροστά στον ξυλοδαρμό μάλιστα, βρέθηκαν εντελώς ανήμπορες να τον βοηθήσουν, η γυναίκα του και η κόρη του…

Ήταν σωματώδεις οι δράστες και, ω ειρωνεία, όπου βγήκα έξω σήμερα και συναντούσα σωματώδη τύπο σοκαριζόμουν… Είχαν μια σιδερογροθιά με την οποία έσπασαν τα δόντια του ανθρώπου, φορούσαν μπότες και τού σπάσανε τα πλευρά με κλωτσιές… «Μη!... Άφησέ τον!...», άκουγες μια γυναικεία φωνή να σπαράζει. Κλάματα, κακό. Όλα έγιναν γρήγορα και καταγράφηκαν στην κάμερα του καταστήματος, καρέ-καρέ. Τα έχει η αστυνομία. Αν κάνει κάτι, φέξε μου…

Δεν ισχυρίζομαι πως οι λύκοι έδειραν τον αμνό κι αυτό, δυστυχώς, είναι το πιο πικρό… Ισχυρίζομαι πως όλοι είμαστε ζώα. Άλλος λιγότερο, άλλος πιο πολύ. Απογοητεύτηκα οικτρά από τους ανθρώπους. Υπό συνθήκες – σκέφτηκα – καθένας από μας θα μπορούσε να συμπεριφερθεί έτσι. Είτε λόγω ελλιπούς μόρφωσης είτε λόγω παλιοκαθηγητών στο σχολείο (παλιοκαθηγητής είναι ο καθηγητής, ο οποίος αν και ενδεχομένως μεταδίδει γνώσεις, δεν διαμορφώνει χαρακτήρες)…

Μπορεί επίσης, εγκληματικά αμελείς γονείς ή τιποτένιοι και αχρείοι κηδεμόνες, αγρίμια δίποδα του παρελθόντος, μπορεί κι ο τρόπος ζωής ορισμένων, η πορνεία, τα ναρκωτικά. Εκεί όπου κατοικεί η διαφθορά, εκεί η κακία… Ποιος είπε ότι ο Διάβολος δεν υπάρχει; Έχουν δίκιο οι Θρησκείες που τον επισείουν, σκιάχτρο και τρομάρα για τους πιστούς τους. Τελικά, ίσως οι Θρησκείες να είναι απαραίτητες στις κοινωνίες. Τελικά, ίσως δεν είμαστε έτοιμοι για να είμαστε ελεύθεροι…

6 Ιουν 2010

Οι εικόνες που δακρύζουν - Μια εξήγηση


Ό,τι καλύτερο μέσα στον Άδη,
το πιο κακό τ’ Ουρανού…
’Κεί που το φως συναντά το σκοτάδι
κι ίσκιοι ταράσσουν τον νου.

Επειδή στις μέρες μας ανθούν οι μαρτυρίες πως δακρύζουν τα εικονίσματα, επειδή και ο γράφων άκουσε κάποτε το «ραβδάκι του Άγιου», κι επειδή ο εκ βαθιάς πεποίθησης άθρησκος δεν είναι – δεν υπάρχει ανάγκη να είναι – και αρνητής των πάντων, τούτο εδώ το άρθρο ίσως να έχει κάποιο λόγο ύπαρξης…

Απ’ την ελληνική αρχαιότητα ήδη, γινόταν λόγος για τον Άδη. Για τον Αχέροντα και την Αχερουσία, για τους «ψυχοπομπούς» (τα σπουργίτια, τα κοράκια) και για τον Πλούτωνα με τη μονάκριβη κόρη του. Την πανέμορφη, την αιώνια θλιμμένη. Εκείνη που μιλούσε με ξενική φωνή και τ’ όνομά της ήταν Περσεφόνη…

Μα και στους άλλους λαούς, δοξασίες παρεμφερείς, στο ίδιο καταλήγουν συμπέρασμα: Ότι δηλαδή, υπάρχει ο κόσμος ο ορατός, υπάρχει όμως και ο κόσμος ο αόρατος… Της διάνοιας η αιχμή του δόρατος, των ψυχών ο απώτατος προορισμός… Οι άνθρωποι τον τοποθετούν στον ουρανό, οι υμνωδοί τον υμνούν…

Οι κατακτητές Άγγλοι στην Αυστραλία, συνάντησαν στα νέα εδάφη μια φυλή ιθαγενών που αγνοούσαν την έννοια «Θεός». Πίστευαν ωστόσο στα Πνεύματα… Τα έτρεμαν τα Πνεύματα! Στην Αμερική, το ίδιο. Παρότι οι «Ινδιάνοι» τιμούσαν λατρευτικά μαζί με τα Πνεύματα και ένα Ανώτατο Πνεύμα, τον γνωστό Μανιτού…

Μ’ ένα αεροπλάνο αν γυρίσεις τη γη, θα δεις τον κόσμο σαν ένα πολύχρωμο χαλί γεμάτο με διαφορετικές αντιλήψεις, συνήθειες, πίστεις. Την νοικοκυρά, στον βωμό, να προσφέρει θυσία στην Θεά των Λουλουδιών. Τον ιμάμη, στον μιναρέ, να καλεί σε προσευχή. Τον ινδουιστή να εξαγνίζεται στον Γάγγη ποταμό…

Γιατί, μοναχά η Παναγία να δακρύζει; Γνωρίζετε ότι μάς αποκρύπτουν τα θαύματα των άλλων; Ζούμε στην Ελλάδα κι είναι όλοι γύρω μας χριστιανοί. Επικίνδυνο αυτό για τον στοχασμό μας. Γνωρίζετε ότι οι «Άγιοι» άλλων θρησκειών, επίσης δακρύζουν; Ή θαρρείτε πως κατέχουμε τη μοναδικότητα εμείς;

Και όμως… Η Παναγία όντως δακρύζει. Το είδαν τόσοι και τόσοι κι έπεσαν στα γόνατα και προσκύνησαν. Ξέσπασαν σε λυγμούς και κρίσης μεταμέλειας. Υποτάχτηκαν στο ψέμα των ιερέων – στο ψέμα όχι ότι δακρύζει η Παναγία, αλλά ότι υπάρχει η Παναγία. Ενώ πρόκειται για ένα καθαρά παραψυχικό φαινόμενο…

Όταν ο κόσμος δεν γνώριζε αστρονομία, η πέτρα που έπεφτε εξ ουρανού γινόταν προσκύνημα και θεϊκό προμήνυμα. Σήμερα που ο κόσμος δεν γνωρίζει παραψυχολογία, ούτε έχει μελετήσει τον «κόσμο τον αόρατο», στα κάθε λογής τέτοια φαινόμενα και «σημεία», προσδίδεται μια υπερφυσική επενέργεια.

Μια υπερφυσική επενέργεια, η οποία έχει πάντα ως αποστολέα της, τον εκάστοτε κατά τον τόπο λατρευόμενο Θεό. Και με βαρύ αντίκτυπο για τις ενοχές του παραλήπτη:

Όταν οι σάλπιγγες παιάνες ηχήσουν,
φεύγε! Μη μένεις εδώ!...
Μόλις σε βρούνε και μάθουν ποιος ήσουν,
δύσβατη θα ’χεις οδό…

Συχνά, οι άθρησκοι καταφεύγουμε στην άρνηση… «Κόλπο είναι, των παπάδων», ωρυόμαστε.

Πράγματι, όταν δεν συντρέχουν παραψυχικά φαινόμενα, κόλπο είναι ή πλάνη… Στο υπόγειο του σπιτιού του θείου μου, μια μικρή ακίδα στον τοίχο στάζει… Κι αν ήταν αγιογραφία; Ω, αν ήταν αγιογραφία, ο θείος μου θα γινόταν πολύ-πολύ πλούσιος! Τ’ ορκίζομαι αυτό. Για τα υπόλοιπα, όρκο δεν παίρνω…

11 Μαΐ 2010

Θεός: "Δεν είμαι εδώ. Λείπω!"



Γράφει ο Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Μα, πού χάθηκε, πού αποσύρθηκε ο Θεός; Τον αναζητήσαμε στις πορείες, εκεί που τα «παιδιά» πετούν μολότοφ και φοράνε κουκούλες· τον γυρέψαμε στο επιβλητικό κτίριο που ονομάζουμε Κοινοβούλιο κι οι πολιτικοί μας, νομοθετούν για μένα και για σένα· σκεφτήκαμε ύστερα πως, αφού είναι τόσο σοβαρή η κατάσταση, μπορεί τελικά να μη βρίσκεται εδώ, αλλά να πήγε στις Βρυξέλλες για να επηρεάσει τους ξένους ηγέτες να βγάλουν άλλες πολύ πιο σημαντικές αποφάσεις… Α, αυτό θα συμβαίνει μάλλον! Διότι, πώς αλλιώς εξηγείται το γεγονός ότι απουσίαζε παντελώς κι απ’ την οδό Σταδίου, τη μέρα – που ήταν νύχτα – της φοβερής πυρκαγιάς;

Στη Μονή Πετράκη, οι Ιερωμένοι συγκεντρώνονται (όπως κάνουν πάντα τις μέρες του Πάσχα τους). Στη Μονή Πετράκη, οι προσευχές πιάνουν πάντα τόπο. Μόνο που όταν βγαίνουν απ’ τα σεπτά τους τα χείλια, χρειάζεσαι μια Πυθία Αρχαίου Μαντείου για να στις εξηγήσει… Κανένας δε θα σε βοηθήσει, όπως και κανένας άλλωστε δε σε βοήθησε ποτέ. Στη Μονή Πετράκη, σαν τύχει και πας να τούς προτείνεις κάποια ιδέα σου για βοήθεια των φτωχών, θα σε ακούσουν αφ’ υψηλού και θα σού εξηγήσουν στο τέλος ότι είναι κακό για τη λογοτεχνία να χρησιμοποιείς πολλές φορές τη λέξη «δεν». Ο ρασοφόρος συνομιλητής σου, ίσως σού πει κι άλλα. Καταλήγοντας πολλές φορές στην ίδια επωδό: «Κατάλαβες, τέκνο μου»;

Κατάλαβα· μην κουράζεστε… Δε θα ξαναγράψω «δεν».

Όταν το σώμα στεγνώνει κι όλο το νερό εξατμίζεται, τότε εξαερώνεται κι ο νους. Ψάχνεις απεγνωσμένα την μπαλκονόπορτα που χάσκει ορθάνοιχτη μόλις μια σπιθαμή μπροστά σου και δεν τη βλέπεις. Η κάμερα αποτυπώνει τη μορφή σου, μες σε βαθιούς καπνούς. Λυγίζεις· γονατίζεις· σωριάζεσαι στο πυρωμένο πάτωμα. Πεθαίνεις μέσα σε δευτερόλεπτα. Βασανιστικά δευτερόλεπτα… Άραγε τι να σκέφτεσαι εκείνη τη στιγμή; Κι αν σκέφτεσαι, άραγε συγχωρείς; Σίγουρα δε μισείς πάντως (νάτο πάλι το «δεν» - συγχωρέστε με, πάτερ). Εκείνοι που σώθηκαν, ειπώθηκε ότι έτρεξαν και κρύφτηκαν με λυγμούς κι αναφιλητά μες στις αγκαλιές τυχαίων περαστικών…

Οι νόμοι των πολιτικών μας στερούνται ψυχής. Όπως η έρημος, ύδατος. Όπως το σεξ, αγάπης. Όπως οι Ιερωμένοι, Θεού. Ακριβαίνουν τα προϊόντα, φτηναίνουν οι μισθοί. Απλό που ακούγεται! Πίσω όμως απ’ τις κουρτίνες… Πίσω απ’ τις κουρτίνες, χιλιάδες δράματα εκτυλίσσονται καθημερινά. Άνθρωποι μαζεμένοι κουβάρι, κλείνονται στο φτωχόσπιτό τους, μαζί με τους οικείους τους, όλοι μαζί, μια γροθιά… Μια πεινασμένη γροθιά συγκεντρωμένη γύρω από αδειανά πιάτα. Λέει ο πατέρας: «Ποιος θα πει σήμερα την προσευχή»; Η μητέρα δείχνει με τα μάτια την κόρη. «Άννα, πες εσύ»… Κι η Άννα: «Για το φαγητό και τη χαρά, σ’ ευχαριστούμε Θεέ μου»…

«Εγώ», ανέφερε χτες ή προχτές σε μια συνέντευξή της στην τηλεόραση η Λούκα Κατσέλη (η αδερφή της όμορφης ηθοποιού Νόρας, που έπαιξε σε μια πολύ συγκινητική ταινία με τον Σωτήρη Μουστάκα) «έχω υποστεί πολύ άσχημα τις συνέπειες της κρίσης. Σκεφτείτε ότι η οικογένειά μου χάνει απ’ το εισόδημά της περίπου τριάντα χιλιάδες ευρώ το χρόνο! Παρόλα αυτά, θεωρώ απαραίτητα τα μέτρα»… Και λοιπά, και λοιπά… Τι ωραία ταινία, εκείνη που πρωταγωνίστησε η αδερφή της πλάι στον αξέχαστο Μουστάκα… «Ένας νομοταγής πολίτης» ήταν ο τίτλος. Προφητικός τίτλος! Πρέπει όλοι λοιπόν να είμαστε νομοταγείς πολίτες, κυρίες και κύριοι.

Πρέπει πρόθυμα να αποδεχτούμε τα σκληρά μέτρα. Πρέπει να σκύψουμε το κεφάλι. Και, κυρίως, δεν πρέπει να λέμε «δεν». Είναι κακό για τη λογοτεχνία…

6 Μαΐ 2010

Η δήλωση του τέως Βασιλιά Κωνσταντίνου


Την προάσπιση της Δημοκρατίας με αφορμή τα γεγονότα στην Αθήνα και τα οικονομικά μέτρα ζητά ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος. Σε ανακοίνωση του που διανεμήθηκε σε όλα τα Μ.Μ.Ε. πριν από λίγο, αναφέρει:

«Αφουγκράζομαι το κοινό αίσθημα του πόνου και της θλίψης, αυτό που πλέον υπερβαίνει κάθε ‘κατηγορώ’. Όταν ο θυμός υπερχειλίζει, όταν η ελπίδα δεν διαφαίνεται, το συναίσθημα εκφράζεται με βία και αντίδραση. Όμως τώρα, δεν είναι η στιγμή να υποκύψει η Ελλάδα και ο λαός της σε αυτή την οργή, όσο δικαιολογημένη και εάν είναι. Τώρα είναι η στιγμή να προασπίσουμε την πίστη μας στην Δημοκρατία. Είναι η στιγμή να θυμηθούμε, ότι στις πιο δύσκολες δοκιμασίες αντεπεξήλθαμε με την ανεξάντλητη δύναμη που συσσωρεύουμε όταν είμαστε ενωμένοι.

»Προκειμένου να κατορθώσει η ελληνική κοινωνία τα πρώτα, επώδυνα βήματα εξόδου από την ύφεση, είναι αναγκαία μια υπέρβαση: να διαχωρίσει, για κάποιο διάστημα, την πολιτική και κοινωνική κρίση από την οικονομική. Όπως κάθε υπέρβαση, χρειάζεται δύναμη και υπομονή. Εντός των Δημοκρατικών θεσμών, ο λαός μπορεί να βρει έκφραση και ελευθερία, να απαντήσει στην αδικία, να βρει το σθένος να κρατήσει την Ελλάδα ψηλά.

»Προ πέντε εβδομάδων, βρισκόμενος στο Πήλιο, είχα εκφράσει την σκέψη, ότι ενδεχομένως, να πλησιάζουμε στο σημείο μιας συντονισμένης, ειρηνικής διαμαρτυρίας της ελληνικής κοινωνίας, όπως έγινε προ ετών στην Ιρλανδία, όπου ο λαός, με μια σύσσωμη, σιωπηρή πορεία έδωσε το στίγμα της κοινής γνώμης σε όσους πλήγωναν την χώρα και τους πολίτες της. Αυτή ήταν η στάση ενός λαού έναντι στην τρομοκρατία, αυτή πιστεύω πως πρέπει να είναι και η απάντηση σε όσους απειλούν την Δημοκρατία στην Ελλάδα.

»Εάν λυγίσει ο λαός, θα είναι θύμα, εάν αντιδράσει, θα είναι θύτης.

Εάν όμως, με την σοφία της ηρεμίας και την δύναμη της αλληλεγγύης υπερβεί τον πόνο της αδικίας, θα βγει νικητής και θα φωτίσει τον δρόμο για την επόμενη γενιά, για τον υπόλοιπο κόσμο».

Αυτή είναι η δήλωση του Κωνσταντίνου και εμείς θα συμπληρώσουμε ότι είναι καιρός πλέον να έρθει κι αυτός για να βοηθήσει. Είναι άξιος πολιτικός, εξαιρετικός άνθρωπος, και δεδομένου ότι μιλά και τάσσεται υπέρ της Δημοκρατίας – με τη σημερινή της έννοια ελπίζουμε – είμαστε σίγουροι ότι θα βρεθεί το κατάλληλο πλαίσιο ώστε να ενταχθεί (ως νόμιμα εκλεγμένος και με αρχή και λήξη θητείας) στο κυβερνητικό δυναμικό της χώρας μας. Ασφαλώς όχι ως βασιλιάς, αλλά ως σημαίνων πολιτικός άντρας.

24 Απρ 2010

Ο θάνατος της τσιγγάνας


Η Δαναΐδα έγραψε στην επιστολή της:

Ξέρεις, υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν τα πάντα για τους συνανθρώπους τους. Που αφιερώνουν την ζωή τους στο να τους βοηθούν. Αυτή είναι η πραγματική καλοσύνη. Αυτήν να δεις.

Και ξέρεις, μου είναι πολύ δύσκολο αυτό που θα κάνω. Γιατί μόνο εγώ ξέρω πόσο θα ήθελα να έχεις μία ωραία εικόνα για μένα. Όμως δεν το αντέχω. Με θεωρείς καλό άνθρωπο γιατί δεν ξέρεις. Επειδή έγραψα δυο γραμμές λες και έκανα κάτι. Όμως δεν μπορώ. Γι’ αυτό θα σου το πω. Άκουσέ με.

Απ' ότι θυμάμαι εμείς εδώ είχαμε αρκετούς τσιγγάνους. Όλοι όμως τους έλεγαν πλούσιους κλέφτες που δεν ξέρουν τί έχουν και ζητιανεύουν για να βγάλουν κι άλλα. Βέβαια. Λες κι εδώ οι άνθρωποι είναι τόσο τίμιοι. Μόνο να μιλάνε ξέρουν. Κανείς δεν πήγε να δει πού μένουνε. Πώς ζούνε. Παλιότερα τουλάχιστον. Τώρα απλά τους ξεχνούν. Όμως πώς να ξεχάσω εκείνη την γυναίκα. Ήτανε κάθε Κυριακή στην εκκλησία που όλοι εμείς οι ''καλοί χριστιανοί'' πηγαίναμε. Εκείνη όμως καθόταν και ζητούσε μια βοήθεια στα σκαλοπάτια. Και ξέρεις όλοι τί λέγανε; «Α, ο άντρας αυτινής είναι κλέφτης και έχει τόσα σπίτια και αυτή τώρα κάθεται εδώ και παίζει θέατρο κλπ κλπ κλπ». Κι εγώ όμως ήμουν εκεί. Ήμουνα εκεί και είδα με τα μάτια μου τον πάτερ να βγαίνει απ' την εκκλησία και εκείνη να του λέει, «σε παρακαλώ δώσε μου κάτι, έχω να φάω πέντε μέρες». Και ξέρεις τί της απάντησε; «Λυπάμαι μα ξέρεις, τα χρήματα από το παγκάρι προσφέρονται σε ιδρύματα...» και γύρισε και μου έκλεισε το μάτι. Ότι προσπαθούσε να ξεφορτωθεί την ψεύτρα δηλαδή. Και ξέρεις τί σκέφτηκα εγώ; «Μα πώς μπορεί να παίζει τέτοιο θέατρο. Και μάλιστα έξω από το σπίτι του Θεού». Αυτό σκέφτηκα. Κοίταγα τους ανθρώπους των βιβλίων μου, άκουγα την αύρα των δέντρων, τις φωνές των ζώων και δεν είδα τον πόνο της. Δεν είδα ότι έλεγε την αλήθεια. Και ξέρεις τί έκανα λοιπόν; εγώ η καλή χριστιανή; εγώ η δούλη του Θεού; Τίποτα. Τίποτα απολύτως. Ούτε το κομμάτι άρτο που κρατούσα δεν της έδωσα. Έκλαιγα και αγαπούσα τον Χριστό και δεν έκανα τίποτα για εκείνη. Το καταλαβαίνεις; Το συνειδητοποιείς; Κι ύστερα πέθανε. Και ξέρεις τί είπαν πάλι όλοι; «Αχ την καημένη, μα να μην το ξέρουμε...». Μα πώς δεν το ξέραμε, μου λες; Αυτή ήταν εκεί κάθε Κυριακή. Κάθε που πηγαίναμε να παρηγορηθούμε. Αυτή καθόταν στα σκαλιά και μας παρακάλαγε. Άπλωνε το χέρι και ζητούσε την βοήθειά μας. Και μεις δεν την πιστεύαμε. Την αφήσαμε να πεθάνει. Όλοι. Όλοι μας. Μαζί κι εγώ. εγώ ο τόσο καλός άνθρωπος, εγώ το τέρας της καλοσύνης.

αυτή είμαι.
Θαύμασε με λοιπόν. Χειροκρότησε με.
Μόνο αν μπορείς μη μου μιλήσεις πολύ σκληρά.
σε παρακαλώ.
αυτό είναι το λιγότερο που μπορώ να πω.
συγνώμη

Δαναΐδα της βροχής

Ο Παναγιώτης Τουμάσης απάντησε:

Αν νομίζεις ότι ξεχωρίζεις, επειδή έσπασες το κατεστημένο, κι έχεις βρει τα αληθινά σου συναισθήματα, τότε να ξέρεις ότι όλοι οι άνθρωποι - σε κάποιες έστω σπάνιες (για ορισμένους) στιγμές τους - σπάνε κάποτε τα κατεστημένα... Αλλά δεν παραμένουν εκεί. Μόλις ξεσκεπαστούν απ' την κουβέρτα που τους τυλίγει, νιώθουν κρύο και παγωνιά, και ξανασκεπάζονται τρομαγμένοι! Εσύ, προτιμάς να βλέπεις τα πράγματα όπως είναι. Δεν πράττεις απλά το σωστό. Πράττεις το άριστο.

Και, απ' τα λίγα που έχουμε κουβεντιάσει, καταλαβαίνω πως δεν γουστάρεις καθόλου τις κουβέρτες του ψέματος. Σε όλα τούτα, προσπαθώ να σού μοιάζω.

Εγώ, ως άθρησκος, δηλαδή ως άνθρωπος που δεν δέχτηκα κανένα παραμύθι, εξακολουθώ να πιστεύω στην ύπαρξη του Θεού, με την έννοια της ανώτατης δύναμης που τα δημιούργησε όλα - και αυτά που βλέπουμε και αυτά που όχι... Μόνο που, ως άθρησκος, βλέπω τους ιερείς ακριβώς όπως είναι: Γελοία ανθρωπάκια, φοβισμένα, τα οποία πασχίζουν να μεταδώσουν το φόβο τον δικό τους στο "ποίμνιό" τους - και με την λέξη "ποίμνιο" μπορείς να δεις καθαρά πώς βλέπουν τον συνάνθρωπό τους. Σαν αγέλη... Σαν βοσκή... Και ποτέ, καλύτερό τους. Ποτέ, σημαντικό. Πάντα ενταγμένο μέσα στο μεγάλο Ψέμα που διέπει τη δική τους ζωή...

Οι ιερείς, έχουν κι αυτοί τις στιγμές που θα ξεκουκουλωθούν απ' την κουβέρτα. Αυτές οι στιγμές, τούς κάνουν ζημιά! Όσο μικρές κι αν είναι, όσο λίγο κι αν διαρκέσουν... Όταν ξανακουκουλωθούν το Ψέμα τους, έχουν ήδη αποκτήσει ψυχικές συγκρούσεις (πρόκειται για όρο της Ψυχολογίας) ικανές για εξάρσεις απίστευτες! Έχω δει παπά να είναι επιδειξίας! Τόσο απωθημένος έρωτας, να ξεσπά και να βγαίνει έτσι! Στην Καθολική Εκκλησία, οι παπάδες βίαζαν τα ανήμπορα να προστατευτούν παιδάκια! Μιλάμε για απίστευτα πράγματα, που μόνο με τη λογική αν λειτουργούσε ακόμη και το χειρότερο κτήνος δεν θα το έκανε αυτό...

Εσύ, τι θα μπορούσες να κάνεις, σ' εκείνη την περίπτωση; Να τον τραβήξεις από τα γένια ίσως; (Τού άξιζε αυτό). Θα σε πήγαινε στα δικαστήρια και όχι μόνο θα πλήρωνες πρόστιμο, μα θα σού έλεγε κιόλας το εκφοβιστικό ρητό: "Όστις υβρίζει τον ιερέα του Θεού του Υψίστου και δεν τον αγαπά και δεν τον ευλαβείται ως Πανάγιον του Θεού Υπηρέτην, θέλη δώση φρικτήν απολογίαν την ημέραν της Κρίσεως"... Βλέπεις λοιπόν πώς θα σε κατατρόμαζε για όλη την υπόλοιπη ζωή σου;

Και θα το κατάφερνε αυτό, γιατί απ' ό,τι μού λες, κρατούσες στα χέρια σου άρτον. Που σημαίνει ότι λίγο-πολύ, μάλλον πιστεύεις αυτή τη θρησκεία... Μα, κάνε μια βόλτα με το αεροπλάνο και πέτα πάνω απ' όλη τη γη. Θα δεις τον Βούδδα, θα δεις τη Θεά των Λουλουδιών που είναι μισή γυναίκα και μισή λουλούδι, θα δεις Πνεύματα, θα δεις τον Αλλάχ και τον Μωάμεθ, θα δεις μια πέτρα μετεωρίτη που κάποτε έπεσε στη γη, τώρα να την προσκυνούν εκατομμύρια πιστών... Θα δεις τον ιερό ποταμό των Ινδών, όπου εκεί ξεπλένουν τις αμαρτίες τους. Θα δεις πλείστα όσα. Και σκέψου, αν είχες κατά σύμπτωση γεννηθεί εκεί; Κι εσύ δεν θα τα πίστευες αυτά;

Ξέρεις αλήθεια πόσα δεινά περνούσαν, μέχρι πριν λίγα χρόνια μάλιστα στη χώρα μας, οι άνθρωποί που τόλμησαν να δηλώσουν την αθεΐα τους; Αν ένας δεν ήθελε να βαφτίσει το παιδί του, γινόταν απόβλητος της κοινωνίας! Αν ένας δήλωνε άθρησκος, αφοριζόταν και γινόταν και τελετουργικό ανάθεμα (τελετουργικό της Εκκλησίας, (που υπάρχει ακόμα) όπου δια λιθοβολισμού φονεύεις ένα ομοίωμα του αμαρτωλού, ενώπιον συγκεντρωμένων πιστών!). Τα έχω γράψει όλα αυτά σ' ένα άλλο ιστολόγιό μου, το http://godfairytales.blogspot.com. Είναι το αγαπημένο μου, God Fairy Tales!, άσχετα που δεν το ενημερώνω συχνά...

Εκτιμώ πολύ αυτά που μού εκμυστηρεύτηκες... Είναι κατά τη γνώμη μου πιο σημαντικά από αυτά που κι ο ίδιος ο προκαθήμενος της εδώ Εκκλησίας θα μπορούσε ποτέ να μού πει. Δεν μού είπες για καμία μάνα που γέννησε το παιδί του θεού... Μού είπες για μία μάνα που πεθαίνει - που πέθανε τελικά. Ήταν αγία. Δεν δίνω πεντάρα τσακιστή για τους αγίους της Εκκλησίας. Όμως, στο σπίτι μου, θα μπορούσα να βάλω μια φωτογραφία αυτής της γυναίκας και κάθε στιγμή να την κοιτάζω και να της μιλώ. Να τής λέω αυτά τα λόγια που είχε ανάγκη ν' ακούσει όσο ζούσε. Να ξεγελαστεί πως ζει, να ξεγελαστώ κι εγώ πως ζει, πως όλα είναι σαν και πρώτα, πως αυτή έχει εμένα κι εγώ αυτή...

Ξέρεις, τι θα κάνουμε τώρα, Δαναΐδα; Την δική σου επιστολή, μαζί με την δική μου απάντηση, θα τα αναρτήσω στο God Fairy Tales. Έτσι, χωρίς διορθώσεις, όπως βγήκαν τα λόγια από σένα κι από μένα. Παίρνω το θάρρος και προβαίνω στην ανάρτηση τώρα. Με την σημείωση ότι δεν διορθώνω τίποτα. Όλα τα ορθογραφικά λάθη ας μείνουν... Θέλω αυτές τις γραμμές να τις διαβάσουν όλοι...

13 Απρ 2010

Οι δύστυχοι ιερείς πίσω από τους τρομοκράτες

Όπως και στην περίπτωση των αδερφών Ξηρού, κατά την εξάρθρωση της Οργάνωσης «17η Νοέμβρη» από τον ευφυέστατο εισαγγελικό λειτουργό κ. Ιωάννη Διώτη, έτσι και τώρα, με τη σύλληψη του Νίκου Μαζιώτη, του φερόμενου βάσει ακλόνητων στοιχείων ως μέλος του «Επαναστατικού Αγώνα», υπάρχει ένας ελληνορθόδοξος ιερέας σε θέση συγγενικού προσώπου. Τότε ήταν ο δύστυχος πατέρας των κακοποιών, σήμερα είναι ο αδερφός.

Εμείς, ασφαλώς, δεν επιχαίρουμε για τούτο. Παρότι διαφωνούμε φιλοσοφικά με κάθε ιερέα εν συνόλω, εντούτοις λυπόμαστε βαθύτατα για την δύσκολη θέση στην οποία βρέθηκαν οι ένοχοι αλλά και οι αθώοι συνάνθρωποί μας. Και οι ένοχοι θα κλειστούν στα σίδερα για όσο χρόνο η δικαιοσύνη επιβάλλει, και οι αθώοι θα ζήσουν πλέον σαν φυλακισμένοι, έρμαια της θλίψης τους και του ανθρωποβόρου κοινωνικού περίγυρου.

Τα αναφερθέντα, συνεπώς, γεγονότα θα τα χρησιμοποιήσουμε μόνο ως παραδείγματα για τη συνέχεια του άρθρου μας.

Τι έκανε ο ιερέας αδερφός του Νίκου Μαζιώτη, για να ασκήσει τη λεγόμενη αδερφική εποπτεία; Τι είχε κάνει ο ιερέας πατέρας του Ξηρού, για να επιβλέπει τα παιδιά του; Πόσο ενδιαφέρθηκαν αυτοί οι ιερείς για τους δικούς τους ανθρώπους; Πόσο κοντά τούς στάθηκαν; Και, αλήθεια, σε ποιους στάθηκαν πιο κοντά; Στο «ποίμνιό» τους, στο «εκκλησίασμά» τους ή στους δικούς τους ανθρώπους, στο βιολογικό αίμα τους;

Ήταν εκεί, όταν εκείνοι τους χρειάστηκαν;

Μια όμορφη κοπέλα, η Ναταλία Λιονάκη εκάρη μοναχή κι η μητέρα της κόντεψε να πεθάνει… Νοσηλεύτηκε κι η υγεία της κλονίστηκε. Πώς ο θεός της Λιονάκη το έστερξε; Στις τηλεοράσεις, τις μέρες του Πάσχα, παρακολουθήσαμε την κινηματογραφική μεταφορά της «Θυσίας του Αβραάμ» του Κορνάρου… Πώς ο θεός του Αβραάμ έβαλε τέτοια άσπλαχνη βουλή για το γιο του; Και πώς οι χριστιανοί δέχονται την ανθρωποθυσία του – κατ’ αυτούς – τέλειου θεού μα και τέλειου ανθρώπου Ιησού;

Μήπως οι συγγενείς των ιερέων, από κάποιο καπρίτσιο της πίστης τους, πρέπει να θυσιάζονται; Τι ρόλο παίζει το υποσυνείδητο αυτών των θεολογικώς σκεπτόμενων ατόμων, ώστε να φέρνουν οι ίδιοι (με τις εν προκειμένω παραλείψεις τους) τέτοιο κακό στη δικιά τους πόρτα;

«Χρόνια, δεν επικοινωνούσα με τον αδερφό μου», είπε ο ιερέας Μαζιώτης… «Ούτε εγώ, ούτε τα υπόλοιπα αδέρφια μας καταφέραμε να τον ειδοποιήσουμε για το θάνατο του πατέρα μας και έτσι δεν ήρθε στην κηδεία». Πού ήταν ο αδερφός σου, ιερέα Μαζιώτη; Πού ζούσε, πώς ζούσε, δεν αναρωτήθηκες ποτέ; Δεν απόρησες σε ποια δουλειά δουλεύει και πώς βγάζει τα χρήματά του; Τίποτα δεν υποψιάστηκες;

Πραγματικά, όμως, ο ιερέας Μαζιώτης, αλλά και ο ιερέας Ξηρός ήταν εντελώς ανυποψίαστοι… Δεν λένε ψέματα. Όταν ο δικός σου άνθρωπος είναι δύστροπος, κάνεις κάποια στιγμή πίσω! Σπας τα μούτρα σου μια, δυο, τρεις, εκατόν τρεις φορές, αλλά την εκατοστή τέταρτη κάνεις πίσω. Και ρίχνεις μαύρη πέτρα πια… «Τουλάχιστον τον έβλεπα, τις λίγες φορές που ερχόταν στον Άγιο Κωνσταντίνο (τη γνωστή παραθαλάσσια πόλη). Καθόμασταν, μιλούσαμε»…

Αλλά δεν λέγανε τίποτα για την ταμπακιέρα. Για τις βόμβες στους κάδους των σκουπιδιών. Για την τραγωδία που αργά ή γρήγορα θα ερχόταν. Και ιδού τώρα, οι βάτραχοι εμείς, λοιδορούμε, κριτικάρουμε, ψέγουμε… Γεμίζουμε έτσι τα ιστολόγιά μας με αδηφάγους επισκέπτες, πουλάμε τα φύλλα των εφημερίδων μας σε αχόρταγους αναγνώστες, δίνουμε τροφή σε κάθε όμοιό μας, ομοίως ή και αντίθετα να τυρβάζει…

22 Μαρ 2010

Χόρτα απ' το χωριό


Κουρασμένος ακόμα απ’ το ταξίδι μου – Μαρούσι-Νέος Κόσμος-Μαρούσι, όλο κι όλο – και με τα ίδια τα παπούτσια που τώρα μού καίνε, ευτυχώς υποφερτά, τα πέλματα των ποδιών, καθώς έχω κάνει κι αρκετό περπάτημα, κάθισα εδώ, μπροστά στον υπολογιστή μου, έχοντας αποθέσει βιαστικά στο χολ μια μεγάλη σακούλα παραγεμισμένη με χόρτα. Χόρτα απ’ το χωριό…

Μοσκοβολούσαν συνεχώς κατά τη διαδρομή, παρά τις μυρωδιές της πόλης. Το ένιωθα, το λιχούδευα. Στον πηγαιμό, που δεν τα είχα βέβαια, δεν ταλαιπωρήθηκα και πολύ. Βρήκα εύκολα λεωφορείο, έπιασα ψιλή κουβέντα με τον οδηγό… Μα η επιλογή μου να επιστρέψω με το μετρό αντί για λεωφορείο, σήμανε αναλογικά εξουθενωτικό ποδαρόδρομο για τα κιλά μου…

Να ’ναι καλά ο αγαπημένος μου ξάδερφος (σαν αδερφό μου τον έχω), που έκανε διπλό και τρίδιπλο κόπο για να μού τα φέρει από την ορεινή Αρκαδία. Μες στη σακούλα, μού είχε κρυμμένο κι ένα πανάκριβο κρασί, ιταλικού οίκου που χρονολογεί την ύπαρξή του από το 1140 μ.Χ. Εποχής Βυζαντίου, δηλαδή! Έτσι εξηγείται το τόσο βάρος. Κι εγώ που νόμιζα πως γέρασα…

Είδα στο τρένο της επιστροφής, έναν νεαρό… Αν και στεκόταν ορθός σαν και μένα, κατάφερνε ζογκλερικά να διαβάζει κάποιο χοντρό βιβλίο θεολογικού περιεχομένου. Πήρα «μάτι»! Είμαι πολύ αδιάκριτος γενικά, που το να πάρω «μάτι» σ’ ένα βιβλίο, θεωρείται το λιγότερο. Θα ήμουν ικανός, αν δεν έφτανα να δω, να πατήσω και πάνω στη σακούλα με τα χόρτα…

Σπάγανε μύτες, άβραστα κιόλας. Θα τα γλεντήσω το βράδυ, με σκορδάκι και αντζούγιες. Και χωριάτικο ψωμί προπάντων – αυτό το βρίσκω στο φούρνο της γειτονιάς μου.

Έγραφε το βιβλίο (στο περίπου, βέβαια): «Ο γέροντας χάρηκε πολύ βλέποντας το ζευγάρι να ’ρχεται. Πρόβαλε στην εμπατή της σκήτης του και τους καλωσόρισε με θέρμη. Τα ερωτευμένα παιδιά μπήκανε μέσα κι ακούμπησαν στο ξύλινο τραπέζι μια πιατέλα με σπιτικά γλυκά. “Για τα τραταρίσματα”, είπε η κοπέλα προλαβαίνοντας τις τυχόν αντιρρήσεις…

»Απάντησε ο γέροντας: “Παιδιά μου, σκεφτείτε πόσο ασήμαντα θα μάς φαίνονται όλα αυτά, στον κόσμο που λέμε Παράδεισο, εκεί που αν έχουμε μιαν αγνή καρδιά θα πάμε μετά θάνατο και θα βρισκόμαστε πια για πάντα κοντά στο Θεό μας. Θα λέμε τότε μεταξύ μας, πόσο γελασμένοι ήμασταν όταν ζούσαμε στη γη, που θαρρούσαμε τέτοια πράγματα για σπουδαία”…

»”Πείτε μας, γέροντα, πώς θα είναι εκεί; Πώς θα μοιάζει ο Παράδεισος”;

»“Αν εγώ σάς το πω, ποιαν αξία θα έχει; Δεν πρέπει να σάς το πω, πρέπει να μείνει κρυφό, να είναι μια θεσπέσια έκπληξη, κάτι μη αναμενόμενο και υπέροχο»…

Δεν διάβασα πιο πολλά. Παρατήρησα με ενδιαφέρον τον νέο. Εκείνος, είχε στραμμένα κατά το ήμισυ τα νώτα και δεν κατάλαβε ότι τον κοιτάζω. Τα μαλλιά του καλοκουρεμένα, συμμετρικά και στο σβέρκο ολόισια. Η ηλικία του πάνω-κάτω στα εικοσιπέντε ή μπορεί και εικοσιεφτά. Δάχτυλα φιλντισένια. Γένια κοντά, πιο περιποιημένα απ’ το γκαζόν σε κήπους πλουσίων.

Και δεν με κοίταξε στιγμή! Ήθελα να τού γνέψω με το κεφάλι μου: «Όχι»!... Ήθελα – και θα το έκανα αν με κοιτούσε – να τον προειδοποιήσω με ένα βλέμμα μου για την καταδίκη τη μεγάλη, των θρησκειών. Να τον ελευθερώσω από τα δεσμά της δεισιδαιμονίας του. Από την ανάγκη του για παρηγοριά, για ανακούφιση. Από τη δίψα του για κατάνυξη και θρησκοληψία…

Κι απ’ την άλλη; Ποιος ήμουν εγώ; Ο λαχανάς του βαγονιού. Μόνο κότες δεν κουβαλούσα σε τίποτα κλουβιά. Κι αβγά ημέρας!

Φαντάστηκα ότι συζητώ μαζί του… Αυτός, προσπαθούσε ν’ αλλάξει τη δική μου γνώμη. Κι εκεί είχα όλη μου την ευκαιρία… Προσπαθώντας αυτός για μένα, να προσπαθήσω εγώ γι’ αυτόν. Τού μίλησα μες στη σκέψη μου: «Κοίτα παιδί μου, τι λέει ο γέροντας. Λέει πως δεν θα σού πει τι υπάρχει στη μετά θάνατο ζωή, γιατί δεν έχει αξία να ξέρεις. Δεν αναφέρει πως δεν ξέρει»…

«Μα, ξέρει», μού απαντά (φανταστικά) ο νέος, «έχει ενόραση»!

«Κοίτα, παιδί μου, δεν έχει ενόραση. Έχει απλά πολύ ισχυρό τον πόθο να είναι έτσι τα πράγματα. Κι αν επέμενες να τον ρωτήσεις, θα σού ’λεγε για την αμέθεκτη φύση του θεού… Αν είναι μορφωμένος θεολογικά, ασφαλώς. Και θα σού έκανε μεγάλη ανάλυση πάνω στο θέμα. Κανένας όμως πραγματικά δεν ξέρει… Διψά η ψυχή μας για θεογνωσία και το εκμεταλλεύεται»…

«Πώς το εκμεταλλεύεται; Είναι εντελώς άκακος. Άγιος»!

«Είναι εγωιστής. Είπε: Εγώ δε θα σού πω. Δεν είπε: Εγώ δεν ξέρω. Κι αν κάποτε πει ότι δεν ξέρει, θα το βγάλει από το στόμα του με το τσιγκέλι! Παιδί μου, θέλγει την ψυχή σου ο μυστικισμός και είναι έτοιμη να πέσει στα νύχια ορνίων. Φορούν μαύρα ρούχα για να σε τρομάξουν. Με το σταγονόμετρο θα σού δίνουν τη χαρά. Θα κλαις και θα πονάς κι όλο αμαρτωλός θα ’σαι»…

Στα Πευκάκια (στη στάση «Πευκάκια»), ο νέος κατέβηκε σιωπηλός. Έβαλε δυο απ’ τα φιλντισένια του δάχτυλα να κρατούν τη σελίδα και βγήκε έξω στην αποβάθρα. Εγώ προχώρησα. Μαρούσι… Τα χόρτα πρέπει να βγουν γρήγορα έξω απ’ τη σακούλα τους. Ο ανοιξιάτικος ήλιος ίσως να τούς κάνει κακό! Ω, πόσο περίπλοκη, σκέφτηκα, κάνουμε τη ζωή μας…

8 Μαρ 2010

Η αμαρτία της αδιαφορίας


Γνωστός εφοπλιστής μπαίνει στον περίβολο της εκκλησίας. Το κτίσμα είναι μια βασιλική μικρή και ασφυκτικά γεμάτη με κόσμο. Πολλοί παραμένουν απέξω για να μη στριμωχτούν, μα ο εφοπλιστής προχωρά μεριάζοντας τους στριμωγμένους πιστούς, για να περάσει τελικά στο εσωτερικό. Τελείται η ακολουθία των Χαιρετισμών. Σταυρώνει τα χέρια του σε ικεσία και καταλαμβάνεται αμέσως από θρησκοληψία και κατάνυξη.

«Άγγελος πρωτοστάτης»…

Η ζητιάνα με το παιδί στην αγκαλιά της, καθισμένη στο πεζούλι, τον γνώρισε. Πέρασε από μπροστά της νωρίτερα. Τον είδε να την αγνοεί. Ή μάλλον, να την κοιτάζει για μια στιγμή μ’ έναν τρόπο που φανέρωνε αποστροφή. Κάτι τέτοιο… Τύχαινε μάλιστα, η ίδια αυτή ζητιάνα, να είχε αποταθεί στην εφοπλιστική εταιρία του, για να την προσλάβουν για καθαρίστρια. Είχε επιμείνει πολύ, αλλά δεν τη δεχτήκανε.

Φυσικά, ο εφοπλιστής είχε το δικαίωμα να προσλάβει μιαν οποιαδήποτε άλλη καθαρίστρια και να μην ενδώσει στις παρακλήσεις της ζητιάνας. Τι κι αν γνωρίζονταν σιωπηρά τόσον καιρό: Η ζητιάνα στο στέκι της, στα σκαλιά, ο εφοπλιστής στα στασίδια. Στο κάτω-κάτω, γιατί θα έπρεπε να προσλάβει μια ζητιάνα, η οποία καταδέχτηκε τέτοιον ξεπεσμό; Δεν έχει πρόβλημα με τους φτωχούς, αλλά θέλει να ’χουν αξιοπρέπεια.

Τώρα, η ζητιάνα σκέφτεται να μπει μέσα στον ναό και να τον φτύσει. Να πλησιάσει το στασίδι του (εκείνο που πάντα τού έχει φυλαγμένο ο νεωκόρος) και να τον «λούσει» κανονικά. Κάποτε – το έχει ακούσει – συνέβη κι αυτό. Αλλά, σ’ εκείνη την περίπτωση υπήρχε και ερωτικό στοιχείο. Ή μήπως δεν υπήρχε, και μετά, με διάφορα δικαστικά τερτίπια ανακαλύφθηκε; Τέλος πάντων, η ζητιάνα απλά το φαντάστηκε.

Και να σκεφτείς, περίμενε τον εφοπλιστή αρκετή ώρα… Στην σκέψη της, τον έβλεπε σαν άγγελο. «Άγγελο πρωτοστάτη». Τι σημασία έχει που δεν την πήρε στη δουλειά; Το έκανε για να την προφυλάξει. Βρίθουν από μικρόβια τα καράβια κι έχει μικρό παιδί. «Να το προσέχεις απ’ την υγρασία», τής είπαν οι γιατροί όταν το πήγε με πνευμονία. Άρα, μπορεί να ήταν για καλό που δεν προσλήφθηκε. Ποιος ξέρει τι μικρόβια θα κουβαλούσε…

Άλλωστε, μόνο και μόνο που τον έβλεπε στις γιορτές και τα πανηγύρια, ένιωθε μια σιγουριά. Ένιωθε πως προσποιείται τον αδιάφορο. Κι ότι στην πραγματικότητα την παρακολουθεί και είναι έτοιμος λίγο πριν κατρακυλήσει τελείως, να την πιάσει. Να μην την αφήσει να χαθεί. Απλά, την αφήνει λίγο ακόμα, για να γίνει πιο δυνατή. Να τα καταφέρει μονάχη της. Ναι, αυτό θα είναι, έλεγε συχνά από μέσα της.

Μα η αποστροφή του, απόψε; Η έκφραση αηδίας; Το είδε πεντακάθαρα. Δεν κάνει λάθος!

Τριγύρω της, βρίσκονται ένα σωρό άλλοι. Στον εφοπλιστή κόλλησε; Κι ο ίδιος το ίδιο θα λέει. «Τι τής φταίω εγώ και δεν με παρατάει ήσυχο»; Αυτό θα λέει και θα έχει δίκιο ο άνθρωπος. Μάλλον αυτή θέλει ψυχολόγο – τι ψυχολόγο δηλαδή, ψυχίατρο! Έχει χάσει τελείως το κέφι της. Λες και κάποιος από πάνω της, τής πιέζει το κεφάλι να στέκει πάντα σκυφτό. Βρε τι είναι τούτο· να μην μπορεί να σηκώσει το κεφάλι της ψηλά…

Ο εφοπλιστής κάνει το σταυρό του. Γνωρίζει και τον παπα-Γιώργη, τον πρεσβύτερο εκεί. Συζητάνε συχνά, θέματα της εκκλησίας, αλλά και θέματα των καραβιών. Ο παπα-Γιώργης δεν χάνει την ευκαιρία να τον επαινεί για μια γραμμή που έβαλε και κάνει δρομολόγια σ’ ένα νησί με δεκαπέντε κατοίκους. Κι ο εφοπλιστής για τη στάση του αρχιεπισκόπου στο θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας. Αυτό έλειπε, να ξεπουληθεί η εκκλησία!

«Η καλύτερη μέθοδος, είναι η ήπια άρνηση», επιμένει ο παπα-Γιώργης.
«Να μη μεγαλοποιεί τις προκλήσεις των πολιτικών», συμπληρώνει ο εφοπλιστής.
«Η αδιαφορία. Με την αδιαφορία, όλα ξεχνιούνται»…
«Ναι, ναι, πάτερ μου».

Στο μεταξύ, οι συντάξεις πάγωσαν και σε λίγες μέρες θα μειωθούν. Οι μισθοί μειώθηκαν και οι επιχειρηματίες ούτε μειωμένους δεν μπορούν να τους καταβάλουν στους εργαζόμενους, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να μένουν πολλούς μήνες απλήρωτοι. Η χώρα μας χαίρει ανυποληψίας και λύπησης στο εξωτερικό. Και εν μέσω κρίσης, η εκκλησία τηρεί σιγήν ιχθύος. Α, αν φτύσεις έναν εφοπλιστή, δεν λύνεις το πρόβλημα.

Αν φτύσεις όμως έναν παπά;

23 Φεβ 2010

Γιατί πεθαίνουμε



Γράφει ο Παναγιώτης Θ. Τουμάσης

Στο ερώτημα γιατί πεθαίνουμε, παραθέτουμε μια ασυνήθιστη απάντηση στο παρόν άρθρο. Καθώς επίσης, διερευνούμε και τις τρόπον τινά λύσεις, δηλαδή κάποιου είδους θεραπεία του θνήσκειν. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, ως γνωστό, η πιθανότητα να γίνουμε αθάνατοι στο μέλλον, δεν μπορεί να αποκλειστεί. Ενδεχομένως πάντως θα απαιτείται να συντρέχουν εξαιρετικά μοναδικές προϋποθέσεις, οι οποίες θα φτάνουν ίσως και στο σημείο να αποκλειστούμε εντελώς από το φυσικό μας περιβάλλον.

Αλλά ας ξεκινήσουμε πρώτα με την διερεύνηση του αρχικού ερωτήματος: Γιατί πεθαίνουμε…

Πεθαίνουμε είτε λόγω δυσλειτουργίας των ζωτικών μας μηχανισμών (εξαιτίας βλάβης κάποιου ή κάποιων οργάνων), είτε λόγω κανιβαλισμού των κυττάρων μας (καρκίνος, νεοπλασίες διάφορες), είτε λόγω μαρασμού όλων των οργάνων μας συνολικά. Στην τελευταία μάλιστα περίπτωση, ζούμε τα πιο πολλά χρόνια. Προς το τέλος, όλα κρέμονται σε μια κλωστή έτοιμη ανά πάσα στιγμή να σπάσει. Και όλα λειτουργούν ελάχιστα, αλλά πάντως λειτουργούν. Μια μηχανή που αργοσβήνει· να τι είμαστε τότε…

Η δυσλειτουργία των ζωτικών οργάνων οφείλεται συχνά σε εξωγενείς παράγοντες, για τους οποίους δεν λογιζόμαστε ως εντελώς άμοιροι ευθυνών: Ένας τραυματισμός από ατύχημα, μια ζώνη που επί χρόνια μάς σφίγγει, ένα επιβλαβές είδος τροφής που υπερκαταναλώνουμε, μεγάλες ποσότητες αλατιού που συσσωρεύονται στις αρτηρίες μας, το κάπνισμα που μάς μαυρίζει τους πνεύμονες, το κόκκινο πιπέρι και τα πολλά μπαχαρικά που μάς βλάπτουν τα νεφρά, το συκώτι, η πρόσληψη μολυσματικών μικροοργανισμών, μα και χίλια-δυο άλλα…

Οι νεοπλασίες μπορεί να οφείλονται στην κακή ψυχολογία, το άγχος, τις ενοχές. Ένας πάσχων από ενοχές ληστής, για παράδειγμα, μπορεί να πληρώσει τη δυσαρμονία της ψυχής και του σώματός του με έναν καρκίνο κάποτε. Το ίδιο το κύτταρό του τον τιμωρεί. Στην ουσία αυτοτιμωρείται με τη θέλησή του, επειδή βίασε - έτσι αισθάνεται - την πραγματική του φύση. Ένας αφορισμένος ενδέχεται να νοσήσει σοβαρά λίγο καιρό ύστερα απ’ τον αφορισμό του… Κάποιος που νομίζει ότι τού έκαναν μάγια, επίσης. Ο άνθρωπος είναι ψυχοσωματική οντότητα.

Όταν όμως όλα σαπίζουν πάνω του σιγά-σιγά, τότε επέρχεται ο φυσιολογικός, ο δια γήρατος θάνατος και τούτο το παρατηρούμε σε όλη τη χλωρίδα και την πανίδα της Γης. Ταυτόχρονα, το παρατηρούμε – σε βραδύτερο ρυθμό – στην ίδια τη Γη, στον ίδιο τον πλανήτη μας, που κι αυτός γεννήθηκε, ζει και κάποια στιγμή θα πεθάνει. Ο γειτονικός μας Άρης αποτελεί ένα μνημειώδες παράδειγμα για το τι μέλλει στο απώτατο μέλλον να συμβεί στη Γη. Συνεπώς, τι θα μπορούσαμε να κάνουμε για να αποφύγουμε αυτό το μαρασμό; Αυτό το σάπισμα της οντότητάς μας, του φθαρτού και φθαρμένου σώματός μας;

Ας το δούμε επιμερίζοντας δύο μόνο από τις πάμπολλες χαρακτηριστικές εκφάνσεις: Η πρώτη έχει να κάνει με τα μαλλιά μας. Τα μαλλιά μας, γίνονται γκρίζα… Μα, γιατί; Ασφαλώς επειδή δεν υπάρχει κάτι το ζωτικό πλέον στις ρίζες τους. Η ουσία που τα κρατά δροσερά και μαύρα, φθίνει και λιγοστεύει. Τα μαλλιά συνεπώς γκριζάρουν και ασπρίζουν. Χάνουν τη δρόσο και την ευλυγισία τους. Θα έχετε προσέξει ότι οι γκρίζες τρίχες δεν ακολουθούν την καμπυλότητα των μαύρων τριχών, αλλά «πετάνε» και ξεχωρίζουν. Είναι και πιο φυρές…

Η δεύτερη έκφανση αφορά τη χλωρίδα. Ένα βλαστάρι φυτού, κάποτε σαπίζει. Αργεί να γίνει αυτό, όμως γίνεται. Χάνει σιγά-σιγά τη δροσιά του, μεγαλώνει και πεθαίνει. Και δεν μιλάμε για βλαστάρι που αποκόπηκε από το ζωογόνο του χώμα. Μιλάμε για κάτι που «κάνει τον κύκλο του» και πεθαίνει χωρίς την ανθρώπινη παρέμβαση. Στη θέση του θα ξεπηδήσουν οι παραφυάδες-παιδιά του ή θα φυτρώσουν οι σπόροι του. Δεν θα είναι το ίδιο. Το συγκεκριμένο βλαστάρι ποτέ ξανά δεν θα βλαστήσει. Φύρανε, στράγγισε, ολοκλήρωσε τη ζωή του.

Τώρα, οι περισσότεροι γνωρίζουμε ότι, για να δημιουργηθεί ένας ζωντανός οργανισμός, δύο δυνάμεις ενώνονται σε μία. Το άρρεν και το θήλυ. Μόνο που εδώ δεν τα λαμβάνουμε ως άτομα – άντρας και γυναίκα – αλλά ως συστατικά. Τα δύο αυτά, λοιπόν, συστατικά δημιούργησαν τον κόσμο και τον δημιούργησαν εξαιτίας της συνεχούς πάλης μεταξύ τους, εξαιτίας του συνεχούς τους ανταγωνισμού. Ο αιώνιος ανταγωνισμός μεταξύ τους, κινεί το ενδιαφέρον τους για να ζήσουν, και άρα για να ζήσουμε εμείς, τα έμβια όντα της Γης.

Ιδού και η εξήγηση, γιατί ερωτευόμαστε. Διότι φθίνουμε και εναγωνίως – υποσυνείδητα φυσικά – επιζητούμε υποκατάστατα της φθοράς μας. Η ερωτική έλξη δεν είναι άλλο, παρά η ανάγκη μας για επιμήκυνση της ζωής. Η ανάγκη μας για αθανασία. Και ο έρωτας, το σεξ, μάς παρέχει μια ψευδαίσθηση αθανασίας. Όλοι ξεγελιούνται. Ο έρωτας, όμως, ουδόλως είναι το ελιξίριο της νεότητας ή το φάρμακο κατά της φθοράς.

Οι ερευνητές θα πρέπει να επικεντρώσουν τις έρευνές τους στα δύο προαναφερθέντα στοιχεία, το άρρεν και το θήλυ. Με κάποιο τρόπο θα πρέπει να τα εντοπίσουν μέσα στους έμβιους οργανισμούς, διότι από τη γέννηση και μετά, εξακολουθούν να συνυπάρχουν στα ολοένα φθειρόμενα σώματά μας. Και εξακολουθούν να ανταγωνίζονται το ένα τ’ άλλο. Όταν παύει ο ανταγωνισμός αυτός και έρχεται η αδράνεια, τότε παραδινόμαστε στον θάνατο. Τότε λιγοστεύει έως χάνεται η επιθυμία για ερωτική συνεύρεση. Τότε λέμε:

«Ας με πάρει ο Θεός να ξεκουραστώ»…

Δύο είναι οι θεοί που μας παίρνουν… Το άρρεν και το θήλυ… Θα τα ανακαλύψουμε ποτέ; Θα τα δούμε κάποτε με κάποιο μικροσκόπιο; Θα μπορέσουμε να εννοήσουμε την υφή τους; Ή θα αρχίσουμε να στέλνουμε τους ανθρώπους στο διάστημα, εκεί όπου σε συνθήκες αβαρείς, με ελεγχόμενο αέρα και ορούς διάφορους, θα τους βοηθάμε να ζήσουν διακόσια, τριακόσια ή χίλια χρόνια; Πετυχαίνοντας εκ νέου την, μια φορά κι έναν καιρό, από αρχαία συγγράμματα μαρτυρούμενη ανθρώπινη μακροζωία, η οποία μάς ήταν χαρισμένη σε μια πολύ πιο ακμαία και πολύ πιο δροσερή μάνα Γη μας;